ΝΣΚ/258/2006
Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.
Αναγκαστική κατάσχεση κυνηγετικών όπλων. Πλειστηριασμός. Για την παράδοσή των στον υπερθεματιστή απαιτείται προηγουμένη έκδοση άδειας αγοράς.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Είναι επιτρεπτή κατά τις διατάξεις του Κ.Πολ.Δ. η αναγκαστική κατάσχεση κυνηγετικών όπλων στα χέρια του οφειλέτη εμπόρου. Δεν απαιτείται για την συμμετοχή των ενδιαφερομένων πλειοδοτών στον αναγκαστικό πλειστηριασμό προγενέστερη άδεια αγοράς από την αρμόδια Αστυνομική Αρχή κατ’ εφαρμογή της υπ’ αριθμ. 3009/2/20-στ’/7-1-1994 απόφασης του Υ.Δ.Τ. Απαιτείται όμως η κατοχή τέτοιας άδειας από τον υπερθεματιστή προκειμένου να τα παραλάβει.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
3009/2/20-στ/1994
Καθορισμός διαδικασίας και δικαιολογητικών χορήγησης αδειών αγοράς και κατοχής κυνηγετικών όπλων και συναφή θέματα.
ΝΣΚ/141/2005
Χορήγηση άδειας εμπορίας κυνηγετικών όπλων και άδειας επισκευής αυτών.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή
Δεν είναι κατ’ αρχήν δυνατή η χορήγηση άδειας εμπορίας και επισκευής κυνηγετικών όπλων, συμφώνως προς τις διατάξεις των άρθρων 5 και 6 του Ν 2168/1993 (ΦΕΚ 147 Α΄) σε αλλοδαπή, υπήκοο Ουκρανίας, η οποία κατέχει άδεια παραμονής, ως μητέρα ανηλίκου ημεδαπού, όχι όμως και άδεια για παροχή εξαρτημένης εργασίας ή ασκήσεως ανεξάρτητης οικονομικής δραστηριότητας και συμβιώνει χωρίς να έχει τελεστεί μεταξύ τους γάμος με τον πατέρα του ημεδαπού τέκνου της, ο οποίος έχει καταδικασθεί για παραβάσεις του νόμου περί ναρκωτικών.
ΝΣΚ/153/2020
Δυνατότητα χορήγησης μόνιμης άδειας διαμονής επενδυτή, με βάση τις διατάξεις του άρθρου 20 παρ. Β περ. 2 του ν. 4251/2014, όπως ισχύουν, σε πολίτη τρίτης χώρας, που αποκτά ακίνητο στην Ελλάδα μετά από αναγκαστικό πλειστηριασμό, στον οποίο αναδεικνύεται υπερθεματιστής, και την καταβολή του εκπλειστηριάσματος στον επί του πλειστηριασμού υπάλληλο.(...)Μετά τον αναγκαστικό πλειστηριασμό ακινήτου, που βρίσκεται στην Ελλάδα, και την καταβολή από τον υπερθεματιστή, πολίτη τρίτης χώρας, του συνολικού εκπλειστηριάσματος, ελάχιστης αξίας 250.000 ευρώ, στον επί του πλειστηριασμού υπάλληλο, είναι δυνατή η χορήγηση σε αυτόν μόνιμης άδειας διαμονής επενδυτή, κατά τις διατάξεις του άρθρου 20 παρ. Β του ν. 4251/2014, όπως ισχύουν, υπό τους απαράβατους όρους ότι: α) Η καταβολή του εκπλειστηριάσματος στον επί του πλειστηριασμού υπάλληλο έχει συντελεσθεί με έναν από τους τρόπους, που περιοριστικά αναφέρονται στις διατάξεις του άρθρου 20 παρ. Β περ. 2 του ν. 4251/2014, όπως ισχύουν, β) έχει γίνει μεταγραφή της περίληψης της κατακυρωτικής έκθεσης του ακινήτου στα οικεία βιβλία μεταγραφών και γ) ο πλειστηριασμός δεν έχει ακυρωθεί με έναν από τους προβλεπόμενους νόμιμους τρόπους (ομόφωνα).
Μον.Εφ.Αθ/291/2022
Αναγκαστική Κατάσχεση Ακίνητης Περιουσίας:Με την υπό κρίση αίτηση η αιτούσα επικαλούμενη ότι θα υποστεί ανεπανόρθωτη βλάβη, ζητεί να ανασταλεί η διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης που επισπεύδεται από την καθ’ ης η αίτηση σε βάρος της με την επίδοση της από 26.5.2021 επιταγής προς πληρωμή κάτωθι αντιγράφου εξ απογράφου πρώτου εκτελεστού της .../2021 διαταγής πληρωμής του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών και της .../....2021 έκθεσης αναγκαστικής κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας της δικαστικής επιμελήτριας της περιφέρειας του Εφετείου Αθηνών με έδρα το Πρωτοδικείο Αθηνών .... με την οποία κατασχέθηκε και εκτίθεται σε αναγκαστικό πλειστηριασμό, στις 26.1.2022, το περιγραφόμενο στην αίτηση ακίνητό της, μέχρι να εκδοθεί τελεσίδικη απόφαση(....)Το ποσό αυτό αποτελεί μέρος του επιδικασθέντος κεφαλαίου δυνάμει της παραπάνω διαταγής πληρωμής και για το οποίο επιτάθηκε με την πιο πάνω από 26.5.2021 κοινοποιηθείσα επιταγή προς πληρωμή, με ρητή επιφύλαξη κάθε νομίμου δικαιώματος της υπέρ ης η εκτέλεση για την είσπραξη του υπολοίπου επιταχθέντος ποσού, με άλλη αναγκαστική κατάσχεση ή αναγγελία στον ίδιο ή σε άλλον πλειστηριασμό, καθ’ ότι ο περιορισμός στο ως άνω ποσό έγινε αποκλειστικά και μόνο για μείωση των εξόδων. Επομένως ο παραπάνω περιορισμός του ποσού για το οποίο επιβλήθηκε η προσβαλλόμενη κατάσχεση είναι ορισμένος και δεν καθιστά την οφειλή ανεκκαθάριστη, όπως αβάσιμα ισχυρίζεται η ανακόπτουσα και ορθά έκρινε το πρωτοβάθμιο δικαστήριο. Απορρίπτει την αίτηση.
ΝΣΚ/358/2000
Κοινοτικό Δίκαιο. Επαναληπτικός διαγωνισμός ανάδειξης φορέων παρέμβασης-αποθεματοποίησης στον τομέα του ρυζιού. Προσφορά αποθηκευτικών χώρων επί ακινήτων, υπομισθωθέντων μετά από κατάσχεσή τους.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
(Τριμελούς Επιτροπής) Η συναφθείσα, μετά την κατάσχεση των εφ ων οι προσφερόμενοι αποθηκευτικοί χώροι ακινήτων, υπομίσθωση τούτων, χωρίς την τήρηση, από τον ex lege μεσεγγυούχο - μισθωτή αυτών, των διατυπώσεων των άρθρων 996 παρ.1 και 956 παρ.4 ΚΠολΔ (άδεια Ειρηνοδικείου του τόπου της κατασχέσεως), δεν εμπίπτει στα κριθέντα από την Ολ ΑΠ 41/96, και είναι σχετικώς άκυρη έναντι της κατασχούσης Τραπέζης, των αναγγελθέντων δανειστών και του υπερθεματιστή. Περαιτέρω, και ως έγκυρη αν εκληφθεί η εν λόγω μετά την κατάσχεση συναφθείσα υπομίσθωση, μπορεί να καταγγελθεί από τον υπερθεματιστή, υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 997 παρ.1 εδ.γ ΚΠολΔ, πράγμα που συνιστά νομική δέσμευση των υπομισθωμένων αποθηκευτικών χώρων, απειλούσα την απρόσκοπτη χρήση τους, και ως τοιαύτη παραβιάζει τον όρο 4 της διακηρύξεως του υπόψη διαγωνισμού. Σε κάθε περίπτωση, η εκκρεμής εις βάρος του κυρίου των υπομισθωθέντων ακινήτων αναγκαστική εκτέλεση, η οποία συνιστά νομικό κώλυμα της ακολουθησάσης υπομισθώσεως, αφού κατά τα ανωτέρω την κατέστησε, είτε άκυρη, κατ άρθρο 996 παρ.1 και 956 παρ.4 ΚΠολΔ, είτε υποκείμενη σε καταγγελία κατ άρθρο 997 παρ.1 εδ.γ ΚΠολΔ, αποκλείει την έκδοση του πιστοποιητικού, που απαιτείται στον όρο 5.1.3. της διακηρύξεως για την εγκυρότητα της συμμετοχής στον σχετικό διαγωνισμό.
Αριθμ.3009/2/177-α‘/2020
Τροποποίηση των: α) υπό στοιχεία 3009/2/20-στ’/ 07.01.1994 «Καθορισμός διαδικασίας και δικαιολογητικών χορήγησης αδειών αγοράς και κατοχής κυνηγετικών όπλων και συναφή θέματα» (Β’ 41), β) υπό στοιχεία 3009/2/28-γ’/16.06.1994 «Όροι ασφαλούς φύλαξης πυροβόλων όπλων, πυρομαχικών, εκρηκτικών υλών και εκρηκτικών μηχανισμών» (Β’ 461), γ) υπό στοιχεία 3009/2/ 23-α’/31.08.1994 «Δικαιολογητικά και διαδικασία έκδοσης των προβλεπόμενων από τις διατάξεις του ν. 2168/1993 και ν. 456/1976 αδειών» (Β’ 696), δ) υπό στοιχεία 3009/2/27-γ’/21.09.1994 «Τηρούμενα βιβλία και υποχρεώσεις εμπόρων όπλων, πυρομαχικών, περιστρόφων- πιστολίων, εκρηκτικών υλών κ.λπ. αντικειμένων του ν. 2168/1993» (Β’ 795), ε) υπό στοιχεία 3009/2/ 26-α’/18.06.1994 «Τηρούμενα βιβλία και υποχρεώσεις φυσικών ή νομικών προσώπων που ασχολούνται με την κατασκευή, μετασκευή, συναρμολόγηση, επεξεργασία ή επισκευή εκρηκτικών υλών, όπλων, πυρομαχικών κ.λπ. αντικειμένων του ν. 2168/1993» (Β’ 513) και στ) υπό στοιχεία 3009/2/84-δ’/27.07.2004 «Όροι, προϋποθέσεις και διαδικασία χαρακτηρισμού όπλων και λοιπών αντικειμένων του ν. 2168/1993, ως συλλεκτικών, ιστορικών ή οικογενειακών κειμηλίων. Χορήγηση αδειών εισαγωγής, εμπορίας και κατοχής των αντικειμένων αυτών» (Β’ 1208), αποφάσεων Υπουργού Δημόσιας Τάξης.
ΣΤΕ/2892/2019
Ανακοπή κατά προγράμματος πλειστηριασμού εκδοθέντος σε βάρος συνυπόχρεου προσώπου - διευθύνοντος συμβούλου εταιρίας για χρέη αυτής, σε βάρος του οποίου είχε ήδη επιβληθεί αναγκαστική κατάσχεση ακινήτων του. Το ΣτΕ επανέλαβε την πάγια νομολογία του ότι απαιτείται νόμιμη έκδοση και κοινοποίηση ατομικής ειδοποίησης του άρθρου 4 παρ. 1 ΚΕΔΕ προς το συνυπεύθυνο πρόσωπο πριν από τη λήψη οποιουδήποτε μέτρου αναγκαστικής εκτέλεσης, όπως η αναγκαστική κατάσχεση ακινήτων. Επίσης έκρινε απαράδεκτο τον λόγο αναίρεσης περί πλημμελούς αιτιολογίας της αναιρεσιβαλλομένης, διότι αυτός περιοριζόταν στο ζήτημα της αιτιολογίας και δεν αναφερόταν σε διατυπωμένη στην αναιρεσιβαλλόμενη ερμηνεία διατάξεων νόμου ή γενικής αρχής δικαίου. Σχόλιο: Στην ένδικη περίπτωση τόσο η έκθεση της αναγκαστικής κατάσχεσης, όσο και το ανακοπτόμενο πρόγραμμα είχαν επιδοθεί στο συνυπεύθυνο πρόσωπο με δικαστικό επιμελητή, κατ’ έφεση δε είχε, ορθά, προβληθεί από το Δημόσιο ότι το κύρος της έκθεσης της αναγκαστικής κατάσχεσης δεν μπορεί να ελεγθεί παρεμπιπτόντως, κατ’ άρθρο 224 παρ. 3 ΚΔΔ, στα πλαίσια ανακοπής κατά του επακολουθήσαντος προγράμματος πλειστηριασμού, ισχυρισμός ο οποίος στο αναιρετήριο διατυπώθηκε με το λόγο περί αιτιολογίας. Ενδεχομένως το ΣτΕ εννοεί ότι ο περί αιτιολογίας λόγος δεν συσχετίσθηκε ρητά με την ερμηνεία του άρθρου 224 παρ. 3 ΚΔΔ. Ο σχετικός λόγος έφεσης του Δημοσίου είχε πάντως αγνοηθεί από την αναιρεσιβαλλομένη, η οποία περιορίστηκε στην κρίση ότι «δεν προέκυψε από τα στοιχεία του φακέλου ότι το Δημόσιο είχε εκδώσει και κοινοποιήσει νόμιμα ατομική ειδοποίηση προ κατάσχεσης στο συνυπεύθυνο για τα χρέη της εταιρίας πρόσωπο
ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.7/312/2010
Καταβολή αμοιβής για την πραγματοποίηση ασφαλτοστρώσεων:..Με τα δεδομένα αυτά όσον αφορά την έκδοση τιμολογίου για την προμήθεια της ασφάλτου, βασίμως προβάλλεται από τον Επίτροπο ότι η έλλειψη αυτή καθιστά πλημμελή τη δαπάνη για την πληρωμή της αναδόχου, διότι σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στην σκέψη ΙΙα της παρούσας, για την πληρωμή του αναδόχου έργου που εκτελείται για λογαριασμό των Ο.Τ.Α. απαιτείται να προσκομίζονται τα πρωτότυπα δικαιολογητικά δαπανών(τιμολόγια αγοράς πρώτης ύλης). Στη συγκεκριμένη περίπτωση ακόμα και αν γίνει δεκτός ο ισχυρισμός της αναδόχου ότι το προϊόν που παρείχε στο Δήμο (ασφαλτόδεμα) κατασκευάστηκε από άλλη εταιρεία και όχι από την ίδια, ήταν απαραίτητο να προσκομιστούν τα τιμολόγια ή και δελτία αποστολής που εκδόθηκαν μεταξύ των δύο εταιρειών, προκειμένου να αποδειχθεί η αξία του προϊόντος, η δαπάνη του οποίου καταβάλλεται με το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα. Περαιτέρω και ο δεύτερος λόγος διαφωνίας του Επιτρόπου είναι βάσιμος, διότι, αν και δεν πρόκειται για την προμήθεια της ασφάλτου που πραγματοποιήθηκε απολογιστικά, αλλά για την δαπάνη της ασφάλτου, που χαρακτηρίζεται ως απολογιστική εργασία, λόγω του ιδιαίτερου τρόπου της τιμολόγησής της, απαιτείται σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα με όσα παρατίθενται στη σκέψη ΙΙβ της παρούσας, η έκδοση ειδικής έγγραφης άδειας από τη διευθύνουσα το έργο υπηρεσία, καθώς η αξία της κυμαίνεται και η τελική τιμή της είναι αυτή που προσδιορίζεται από το εκάστοτε ημερήσιο δελτίο ενδεικτικών τιμών αγοράς ασφάλτου από τα Ελληνικά Πετρέλαια, που εκδίδει η Γενική Γραμματεία Εμπορίου του Υπουργείου Ανάπτυξης, κατά την ημέρα ενσωμάτωσης της ασφάλτου στο έργο. Η εγκύκλιος (21/2008), της οποίας γίνεται επίκληση για την υποστήριξη της νομιμότητας της δαπάνης, αναφέρεται στον νέο τρόπο υπολογισμού της αξίας της ασφάλτου, λόγω της ιδιάζουσας τιμολόγησης των εργασιών ασφαλτόστωσης, ωστόσο δεν μεταβλήθηκε με τον τρόπο αυτό η διαδικασία που απαιτείται για την πραγματοποίηση της προμήθειας, η οποία περιλαμβάνει εκτός από την έκδοση ειδικής έγγραφης εντολής από τη Διευθύνουσα Υπηρεσία και την προσκόμιση των νόμιμων αποδεικτικών πληρωμής της (τιμολόγια και δελτία αποστολής) ως δικαιολογητικά της δαπάνης αυτής. Συνεπώς σε κάθε περίπτωση πληρωμής λογαριασμού δημοσίου έργου που περιέχει δαπάνη ασφάλτου και εφόσον δεν υφίσταται ειδικότερη ρύθμιση όσον αφορά τα δικαιολογητικά και τον τρόπο πληρωμής της, απαιτείται να προσκομίζονται ως δικαιολογητικά τα νόμιμα αποδεικτικά προμήθειας της ασφάλτου. Με τα δεδομένα αυτά, το Τμήμα κρίνει ότι η εντελλόμενη με το υπό κρίση χρηματικό ένταλμα δαπάνη δεν είναι νόμιμη. Κατόπιν των ανωτέρω, το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα δεν πρέπει να θεωρηθεί.
ΕΣ/ΤΜ.7/312/2010
Καταβολή της αμοιβής της για την πραγματοποίηση ασφαλτοστρώσεων:.. Με τα δεδομένα αυτά όσον αφορά την έκδοση τιμολογίου για την προμήθεια της ασφάλτου, βασίμως προβάλλεται από τον Επίτροπο ότι η έλλειψη αυτή καθιστά πλημμελή τη δαπάνη για την πληρωμή της αναδόχου, διότι σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στην σκέψη ΙΙα της παρούσας,για την πληρωμή του αναδόχου έργου που εκτελείται για λογαριασμό των Ο.Τ.Α. απαιτείται να προσκομίζονται τα πρωτότυπα δικαιολογητικά δαπανών(τιμολόγια αγοράς πρώτης ύλης). Στη συγκεκριμένη περίπτωση ακόμα και αν γίνει δεκτός ο ισχυρισμός της αναδόχου ότι το προϊόν που παρείχε στο Δήμο (ασφαλτόδεμα) κατασκευάστηκε από άλλη εταιρεία και όχι από την ίδια, ήταν απαραίτητο να προσκομιστούν τα τιμολόγια ή και δελτία αποστολής που εκδόθηκαν μεταξύ των δύο εταιρειών, προκειμένου να αποδειχθεί η αξία του προϊόντος, η δαπάνη του οποίου καταβάλλεται με το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα. Περαιτέρω και ο δεύτερος λόγος διαφωνίας του Επιτρόπου είναι βάσιμος, διότι, αν και δεν πρόκειται για την προμήθεια της ασφάλτου που πραγματοποιήθηκε απολογιστικά, αλλά για την δαπάνη της ασφάλτου, που χαρακτηρίζεται ως απολογιστική εργασία, λόγω του ιδιαίτερου τρόπου της τιμολόγησής της, απαιτείται σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα με όσα παρατίθενται στη σκέψη ΙΙβ της παρούσας, η έκδοση ειδικής έγγραφης άδειας από τη διευθύνουσα το έργο υπηρεσία, καθώς η αξία της κυμαίνεται και η τελική τιμή της είναι αυτή που προσδιορίζεται από το εκάστοτε ημερήσιο δελτίο ενδεικτικών τιμών αγοράς ασφάλτου από τα ..., που εκδίδει η Γενική Γραμματεία Εμπορίου του Υπουργείου Ανάπτυξης, κατά την ημέρα ενσωμάτωσης της ασφάλτου στο έργο. Η εγκύκλιος (21/2008), της οποίας γίνεται επίκληση για την υποστήριξη της νομιμότητας της δαπάνης, αναφέρεται στον νέο τρόπο υπολογισμού της αξίας της ασφάλτου, λόγω της ιδιάζουσας τιμολόγησης των εργασιών ασφαλτόστωσης, ωστόσο δεν μεταβλήθηκε με τον τρόπο αυτό η διαδικασία που απαιτείται για την πραγματοποίηση της προμήθειας, η οποία περιλαμβάνει εκτός από την έκδοση ειδικής έγγραφης εντολής από τη Διευθύνουσα Υπηρεσία και την προσκόμιση των νόμιμων αποδεικτικών πληρωμής της (τιμολόγια και δελτία αποστολής) ως δικαιολογητικά της δαπάνης αυτής. Συνεπώς σε κάθε περίπτωση πληρωμής λογαριασμού δημοσίου έργου που περιέχει δαπάνη ασφάλτου και εφόσον δεν υφίσταται ειδικότερη ρύθμιση όσον αφορά τα δικαιολογητικά και τον τρόπο πληρωμής της, απαιτείται να προσκομίζονται ως δικαιολογητικά τα νόμιμα αποδεικτικά προμήθειας της ασφάλτου. Με τα δεδομένα αυτά, το Τμήμα κρίνει ότι η εντελλόμενη με το υπό κρίση χρηματικό ένταλμα δαπάνη δεν είναι νόμιμη. Κατόπιν των ανωτέρω, το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα δεν πρέπει να θεωρηθεί.
ΔΕΚ/C-337/2008
Περίληψη της αποφάσεως 1.Προσφυγή λόγω παραβάσεως – Προ της ασκήσεως της προσφυγής διαδικασία – Όχληση (Άρθρο 226 ΕΚ) 2.Προσέγγιση των νομοθεσιών – Διαδικασίες συνάψεως συμβάσεων δημοσίων προμηθειών – Οδηγία 93/36 – Παρεκκλίσεις από τους κοινούς κανόνες – Συσταλτική ερμηνεία (Οδηγία 93/36 του Συμβουλίου, άρθρα 6 §§ 2 και 3) 3.Προσέγγιση των νομοθεσιών – Διαδικασίες συνάψεως συμβάσεων δημοσίων προμηθειών – Οδηγίες 77/62 και 93/36 – Σύναψη συμβάσεων (Οδηγίες 93/36 και 77/62 του Συμβουλίου) 1.Κατά την προ της ασκήσεως της προσφυγής λόγω παραβάσεως διαδικασίας, μολονότι η αιτιολογημένη γνώμη του άρθρου 226 ΕΚ πρέπει να εκθέτει με λογική πληρότητα και λεπτομερώς τους λόγους που οδήγησαν την Επιτροπή να σχηματίσει την πεποίθηση ότι το οικείο κράτος μέλος παρέβη υποχρέωση που υπέχει από τη Συνθήκη, προκειμένου περί του εγγράφου οχλήσεως δεν μπορεί να απαιτείται τόσο μεγάλη ακρίβεια, δεδομένου ότι το έγγραφο αυτό κατ’ ανάγκη συνίσταται σε μια πρώτη σύντομη περίληψη των αιτιάσεων. (βλ. σκέψη 23) 2.Όπως προκύπτει, μεταξύ άλλων, από τη δωδέκατη αιτιολογική σκέψη της οδηγίας 93/36, περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων προμηθειών, η διαδικασία με διαπραγμάτευση έχει εξαιρετικό χαρακτήρα και πρέπει να εφαρμόζεται μόνο στις περιοριστικώς απαριθμούμενες περιπτώσεις. Προς τούτο, το άρθρο 6, παράγραφοι 2 και 3, της οδηγίας αυτής απαριθμεί ρητώς και περιοριστικώς τις περιπτώσεις κατά τις οποίες και μόνον μπορεί να γίνει προσφυγή στη διαδικασία με διαπραγμάτευση. Συγκεκριμένα, οι αποκλίσεις από τους κανόνες που σκοπό έχουν να εξασφαλίσουν τη δυνατότητα άσκησης των δικαιωμάτων που αναγνωρίζονται από τη Συνθήκη στον τομέα των συμβάσεων δημοσίων έργων πρέπει να ερμηνεύονται στενά. Προκειμένου η οδηγία 93/36 να μην απολέσει την πρακτική αποτελεσματικότητά της, τα κράτη μέλη δεν μπορούν, επομένως, να προβλέπουν περιπτώσεις προσφυγής στη διαδικασία με διαπραγμάτευση που δεν προβλέπονται από την οδηγία αυτή ή να συνοδεύουν τις ρητώς προβλεπόμενες από την εν λόγω οδηγία περιπτώσεις με νέους όρους που έχουν ως αποτέλεσμα να καθιστούν ευκολότερη την προσφυγή στην εν λόγω διαδικασία. Εξάλλου, το βάρος αποδείξεως σχετικά με τη συνδρομή των έκτακτων περιστάσεων που δικαιολογούν την παρέκκλιση από τους εν λόγω κανόνες φέρει ο διάδικος που τις επικαλείται. (βλ. σκέψεις 56-58) 3.Ένα κράτος μέλος, έχοντας καθιερώσει από παλιά και εξακολουθώντας να εφαρμόζει την πρακτική της απευθείας σύναψης συμβάσεων αγοράς ελικοπτέρων ορισμένης εθνικής μάρκας για την κάλυψη των αναγκών πολλών στρατιωτικών και πολιτικών σωμάτων, χωρίς την προκήρυξη διαγωνισμού και, μεταξύ άλλων, χωρίς την τήρηση των διαδικασιών που προβλέπει η οδηγία 93/36 περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων προμηθειών, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 97/52 και προέβλεπε προηγουμένως η οδηγία 77/62 περί συντονισμού των διαδικασιών συνάψεως συμβάσεων κρατικών προμηθειών, όπως τροποποιήθηκε και συμπληρώθηκε με τις οδηγίες 80/767 και 88/295, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει από τις οδηγίες αυτές. Μια τέτοιου είδους πρακτική δεν δικαιολογείται από την ύπαρξη «εσωτερικής» σχέσης στην περίπτωση της, έστω και κατά μειοψηφία, συμμετοχής μιας ιδιωτικής επιχείρησης στο κεφάλαιο της εταιρίας που κατασκευάζει τα εν λόγω ελικόπτερα, στην οποία συμμετέχει και η οικεία αναθέτουσα αρχή κατά τρόπο που να μην έχει τη δυνατότητα να ασκεί επί της εταιρίας αυτής έλεγχο ανάλογο προς αυτόν που ασκεί στις δικές της υπηρεσίες. Εξάλλου, όσον αφορά τις θεμιτές επιταγές εθνικού συμφέροντος που προβλέπουν τα άρθρα 296 ΕΚ και 2, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, της οδηγίας 93/36, καθόσον τα ελικόπτερα αυτά είναι προϊόντα διπλής χρήσεως, κάθε κράτος μέλος δύναται, δυνάμει του άρθρου 296, παράγραφος 1, στοιχείο β΄, ΕΚ, να λαμβάνει τα μέτρα που θεωρεί αναγκαία για την προστασία ουσιωδών συμφερόντων της ασφαλείας του, που αφορούν την παραγωγή ή εμπορία όπλων, πυρομαχικών και πολεμικού υλικού, υπό την προϋπόθεση, πάντως, ότι τα μέτρα αυτά δεν αλλοιώνουν τους όρους του ανταγωνισμού εντός της κοινής αγοράς σχετικά με τα προϊόντα που δεν προορίζονται για στρατιωτικούς ειδικά σκοπούς. Επομένως, κατά την αγορά εξοπλισμού, ο οποίος δεν προορίζεται με βεβαιότητα να χρησιμοποιηθεί για στρατιωτικούς σκοπούς, πρέπει απαραιτήτως να τηρούνται οι κανόνες περί συνάψεως δημοσίων συμβάσεων. Κατά την προμήθεια ελικοπτέρων από στρατιωτικά σώματα για πολιτική χρήση πρέπει να τηρούνται οι ίδιοι κανόνες. (βλ. σκέψεις 38-41, 46-49, 60 και διατακτ.)