ΝΣΚ/239/2005
Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.
Αποζημίωση για εξέταση δειγμάτων από Γενικό Χημείο του Κράτους.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή
Οι διατάξεις του τελωνειακού κώδικα που επιβαρύνουν τη διοίκηση με τα έξοδα της ανάλυσης ή του ελέγχου των δειγμάτων εφαρμόζονται μόνο στις περιπτώσεις που οι τελωνειακές αρχές αποφασίσουν για να επαληθεύσουν την ακρίβεια των διασαφήσεων που έχουν αποδεχθεί, να προβούν σε λήψη δειγμάτων, η οποία πραγματοποιείται από τις ίδιες τις τελωνειακές αρχές, για ανάλυση και λεπτομερή έλεγχο των εμπορευμάτων, σύμφωνα με τις διατάξεις του τελωνειακού κώδικα.
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
Ε.2125/2020
Κοινοποίηση των διατάξεων του άρθρου 9 «Τροποποίηση των άρθρων 121 και 123 του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα» του νόμου 4714/2020 (ΦΕΚ 148/31-7-2020 Α΄) του Υπουργείου Οικονομικών «Φορολογικές παρεμβάσεις για την ενίσχυση της αναπτυξιακής διαδικασίας της ελληνικής οικονομίας, προσαρμογή της Ελληνικής Νομοθεσίας στις διατάξεις των Οδηγιών (ΕΕ) 2017/1852, (ΕΕ) 2018/822, (ΕΕ) 2016/1164, (ΕΕ) 2018/1910 και (ΕΕ) 2019/475 …και άλλες διατάξεις». ΑΔΑ: 6ΚΖΑ46ΜΠ3Ζ-Υ6Σ
Ε.2020/2022Κοινοποίηση των διατάξεων των άρθρων 13 και 14 του νόμου 4890/2022 (ΦΕΚ Α’ 23) «Κύρωση της από 28.1.2022 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου “Επείγουσες, φορολογικές, τελωνειακές και συναφείς ρυθμίσεις, επείγουσες διατάξεις για τη διασφάλιση του δικαιώματος αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας” (A’ 14) και λοιπές επείγουσες διατάξεις»- Τροποποίηση των Ε.2114/20.7.2020 και Ε.2125/31.7.2020 εγκυκλίων Διοικητή ΑΑΔΕ- Παροχή οδηγιών ΑΔΑ: 6ΠΝΔ46ΜΠ3Ζ-ΘΩΗ
ΝΣΚ/35/2025
Ερωτάται αν: 1) Kατ’ εφαρμογή της παραγράφου 3 του άρθρου 197 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999. Α΄ 265), εκτείνεται το δεδικασμένο δικαστικής απόφασης, η οποία έκρινε ότι δεν στοιχειοθετείται συναφώς παράβαση του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα και ακύρωσε καταλογιστική πράξη επιβολής προστίμου της τελωνειακής αρχής κατόπιν απόδοσης διάπραξης τελωνειακών παραβάσεων, σε βάρος δύο συνυπαίτιων φυσικών προσώπων, κατά το μέρος που αφορά το ένα καταλογισθέν συνυπαίτιο φυσικό πρόσωπο, που προσέφυγε δικαστικά και δικαιώθηκε, και στο δεύτερο συνυπαίτιο φυσικό πρόσωπο, στο οποίο το σχετικό πρόστιμο είχε επιβληθεί αλληλεγγύως και εις ολόκληρον με το δικαστικά δικαιωθέν συνυπαίτιο φυσικό πρόσωπο για την εξόφληση της οφειλής, υπό τα δεδομένα ότι α) το δεύτερο συνυπαίτιο φυσικό πρόσωπο δεν υπήρξε διάδικος στη δίκη της συγκεκριμένης προσφυγής και β) η ασκηθείσα προσφυγή από το δεύτερο συνυπαίτιο φυσικό πρόσωπο και αλληλεγγύως ευθυνόμενο με το πρώτο, απορρίφθηκε για τυπικούς λόγους. 2) Σε περίπτωση θετικής απάντησης στο πρώτο ερώτημα, αν δύναται η τελωνειακή αρχή να ακυρώσει οίκοθεν τη σχετική καταλογιστική πράξη κατά το μέρος που αφορά το δεύτερο συνυπαίτιο φυσικό πρόσωπο ή απαιτείται η έκδοση δικαστικής απόφασης, κατόπιν άσκησης ανακοπής Κ.Ε.Δ.Ε. από τον συνυπαίτιο.(...) 1. Κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 3 του άρθρου 197 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν. 2717/1999. Α΄ 265) το ουσιαστικό δεδικασμένο δικαστικής απόφασης, η οποία έκρινε ότι δεν στοιχειοθετείται συναφώς παράβαση του Εθνικού Τελωνειακού Κώδικα και ακύρωσε καταλογιστική πράξη επιβολής προστίμου της τελωνειακής αρχής, κατόπιν απόδοσης διάπραξης απλών τελωνειακών παραβάσεων, σε βάρος δύο συνυπαιτίων φυσικών προσώπων, κατά το μέρος που αφορά το ένα καταλογισθέν συνυπαίτιο φυσικό πρόσωπο, που προσέφυγε δικαστικά και δικαιώθηκε, εκτείνεται και στο δεύτερο συνυπαίτιο φυσικό πρόσωπο, στο οποίο το σχετικό πρόστιμο είχε επιβληθεί αλληλεγγύως και εις ολόκληρον με το δικαστικά δικαιωθέν συνυπαίτιο φυσικό πρόσωπο, ανεξαρτήτως του ότι το δεύτερο συνυπαίτιο φυσικό πρόσωπο δεν υπήρξε διάδικος στη δίκη της συγκεκριμένης προσφυγής και η ασκηθείσα από το συνυπαίτιο αυτό φυσικό πρόσωπο, προσφυγή απορρίφθηκε για τυπικούς λόγους. 2. Συνακόλουθα, ο Προϊστάμενος του Δ΄ Τελωνείου Πειραιά οφείλει να ακυρώσει οίκοθεν, κατά τη διαδικασία που ακολουθείται από τις τελωνειακές αρχές για τη διαγραφή οφειλής, σε πλήρη συμμόρφωση με την εκδοθείσα δικαστική απόφαση, τη με αριθμό 1083/03/20.06.2006 καταλογιστική πράξη του Προϊσταμένου του Ζ΄ Τελωνείου Ελευθέρων Τελωνειακών Συγκροτημάτων (Τ.Ε.Τ.Σ.) Πειραιά και κατά το μέρος που αφορά και στο δεύτερο συνυπαίτιο φυσικό πρόσωπο, στο οποίο το σχετικό πρόστιμο είχε επιβληθεί αλληλεγγύως και εις ολόκληρον και δεν απαιτείται, προκειμένου να ακυρωθεί η εν λόγω καταλογιστική πράξη στο σύνολό της, η αναγνώριση της επέκτασης του δεδικασμένου και στο δεύτερο συνυπαίτιο πρόσωπο μέσω δικαστικής απόφασης που θα εκδοθεί κατόπιν άσκησης ανακοπής κατά των μέτρων Κ.Ε.Δ.Ε. που θα επιβληθούν στο συνυπαίτιο αυτό πρόσωπο.
ΝΣΚ/120/2021
Εάν για την υπάλληλο Κ.Μ., η οποία έχει τοποθετηθεί με απόφαση του Δημάρχου Πατρέων σε θέση Προϊσταμένης οργανικής μονάδας του Δήμου Πατρέων, κατόπιν γνωμοδότησης του αρμόδιου Υπηρεσιακού Συμβουλίου για την επιλογή προϊσταμένων τμημάτων του Δήμου Πατρέων και έχει αποδεχθεί με σχετικό αίτημά της τη θέση, έχει επέλθει αυτοδίκαιη παύση της απόσπασής της στην Εθνική Αρχή Διαφάνειας, καίτοι μέχρι την ημερομηνία διατύπωσης του ερωτήματος δεν έχει αναλάβει τα ως άνω καθήκοντα, και, στην καταφατική περίπτωση, να προσδιοριστεί ο χρόνος από τον οποίον επήλθε η αυτοδίκαιη παύση.(...)Η επιλογή της Κ.Μ. και η τοποθέτησή της ως Προϊσταμένης οργανικής μονάδας του Δήμου Πατρέων στις 3.3.2015, καθώς και η αποδοχή αυτής, δεν επέφερε την αυτοδίκαιη παύση της απόσπασής της στο τότε Σ.Ε.Ε.Δ.Δ., καθόσον στην περίπτωση αυτή είχαν εφαρμογή οι ειδικές ρυθμίσεις του άρθρου 3 του ν. 3074/2002 και όχι εκείνες του άρθρου 73 του Κώδικα Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων που προέβλεπαν αυτοδίκαιη παύση της απόσπασης του υπαλλήλου σε περίπτωση που ο αποσπασμένος υπάλληλος επιλεγόταν ως προϊστάμενος οργανικής μονάδας της υπηρεσίας από την οποία προερχόταν. Περαιτέρω, μετά την ισχύ του ν. 4674/2020 (11.3.2020) και λαμβανομένου υπόψη ότι, σύμφωνα με το διδόμενο ιστορικό, η ανωτέρω εξακολουθεί να είναι τοποθετημένη ως Προϊσταμένη οργανικής μονάδας του Δήμου Πατρέων και δεν έχει νομίμως απαλλαγεί από τα εν λόγω καθήκοντα, απαγορευόταν σύμφωνα με την παράγραφο 6 του άρθρου 44 του ν. 4674/2020 η ανανέωση της απόσπασής της. Ως εκ τούτου η Υπηρεσία δύναται, σύμφωνα με τις γενικές αρχές του διοικητικού δικαίου περί ανάκλησης των παράνομων διοικητικών πράξεων, να ανακαλέσει την ανανέωση της απόσπασης αυτής από την έκδοσή της, δεδομένου ότι η πράξη της αυτή εκδόθηκε κατά παράβαση της παραπάνω διάταξης. Εξάλλου, το γεγονός ότι η ανωτέρω δεν έχει αναλάβει πράγματι καθήκοντα Προϊσταμένης στην οργανική μονάδα του Δήμου Πατρέων στην οποία έχει τοποθετηθεί αλλά έχει οριστεί αναπληρωτής αυτής «μέχρι την επιστροφή της από τη θέση του Επιθεωρητή-Ελεγκτή στην οποία έχει αποσπαστεί», δεν αναιρεί την ανωτέρω ερμηνευτική προσέγγιση, καθόσον η ανωτέρω δεν έχει απαλλαγεί νομίμως από τα καθήκοντά της ως Προϊσταμένης οργανικής μονάδας του Δήμου Πατρέων [υποβολή αίτησης απαλλαγής από τα εν λόγω καθήκοντα και αποδοχή αυτής από το υπηρεσιακό συμβούλιο μετά από εκτίμηση των υπηρεσιακών αναγκών] (ομόφωνα).