×
register
Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

ΝΣΚ/114/2004

Τύπος: Γνωμοδότησεις Ν.Σ.Κ.

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ:

Τροποποίηση θεμελιωδών όρων συμβάσεως προμηθείας των Ενόπλων Δυνάμεων.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή 
Είναι δυνατή η τροποποίηση των προδιαγραφών του συμβατικού αντικειμένου προκειμένου αυτό να προσαρμοσθεί σε χρήση διαφορετική από την αρχικά προβλεπομένη εξυπηρετούσα, όμως, το σκοπό στον οποίο αποβλέπει η σύναψη της συμβάσεως, εφ’ όσον πρόκειται για σύμβαση απ’ ευθείας αναθέσεως και η τροποποίηση επιβάλλεται από προφανείς λόγους δημοσίου συμφέροντος. (ομόφωνα) Κρατήσεις υπέρ Μ.Τ.Α. Διάταξη που καταργεί καταργητική άλλης διατάξεως, δεν αναβιώνει την καταργηθείσα, εκτός αν τούτο προκύπτει ρητά ή συνάγεται από το σκοπό της νέας διατάξεως. (πλειοψ.)


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΝΣΚ/236/2002

Προμήθειες Ενόπλων Δυνάμεων. Τροποποίηση κατακυρωτικής διαταγής.(..)Κατάσταση : Εκκρεμεί αποδοχή 
Τροποποίηση της κατακυρωτικής διαταγής δεν είναι δυνατή. Οποιαδήποτε αλλαγή όρων της διακηρύξεως του διαγωνισμού στο κείμενο της συμβάσεως, που θα υπογραφεί, συνιστά τροποποίηση του ήδη καταρτισθέντος δια της κοινοποιήσεως της κατακυρωτικής διαταγής ενοχικού συναλλάγματος, και μπορεί να γίνει μόνο υπό τις προϋποθέσεις της διατάξεως του άρθρου 66 παρ.2 του ΠΔ 284/89 και μετά τήρηση της σε αυτή προβλεπόμενης διαδικασίας. (πλειοψ.)


ΝΣΚ/385/2007

Απαλλαγή από Φ.Μ.Α.Π. ακινήτου που ανήκει σε αλλοδαπό Δημόσιο και το οποίο χρησιμοποιείτο ως πρεσβευτική κατοικία.(..)Κατάσταση : Μη αποδεκτή 
Από τον σκοπό θέσπισης των διατάξεων της διεθνούς συμβάσεως της Βιέννης για τις διπλωματικές σχέσεις, η οποία μετά την κύρωσή της με το ΝΔ 503/1970 αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του εσωτερικού Ελληνικού Δικαίου και υπερισχύει κάθε αντιθέτου διατάξεως νόμου και των διατάξεων του Ν 2459/1997 για την επιβολή Φ.Μ.Α.Π. με τις οποίες πάντως στην προκειμένη περίπτωση συμπορεύονται, συνάγεται ότι απαραίτητη προϋπόθεση για την απαλλαγή από το Φ.Μ.Α.Π. ακινήτου που ανήκει σε αλλοδαπό Δημόσιο είναι η χρησιμοποίηση αυτού για τους σκοπούς της διπλωματικής αποστολής του ξένου κράτους. Σε περίπτωση δε που το εν λόγω ακίνητο παύσει οριστικώς να χρησιμοποιείται για τους σκοπούς της διπλωματικής αποστολής για οποιοδήποτε λόγο, αίρεται και η φορολογική απαλλαγή του αλλοδαπού Δημοσίου, το οποίο οφείλει πλέον να καταβάλλει τον προβλεπόμενο από τις διατάξεις του Ν 2459/1997 φόρο μεγάλης ακίνητης περιουσίας.


ΔΕΚ/C-315/2001

Προσέγγιση των νομοθεσιών - Διαδικασίες συνάψεως συμβάσεων κρατικών προμηθειών - Οδηγία 93/36 - Ανάθεση του αντικειμένου της συμβάσεως - Κριτήρια αναθέσεως - Απαίτηση της αναθέτουσας αρχής να έχει τη δυνατότητα να εξετάζει το προϊόν που αποτελεί αντικείμενο της προσφοράς εντός ορισμένης χιλιομετρικής ακτίνας - Δεν επιτρέπεται.Σχετ.ΣτΕ/100/2009Περίληψη 1. Η οδηγία 89/665, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων περί της εφαρμογής των διαδικασιών [εκδικάσεως] προσφυγής στον τομέα της σύναψης συμβάσεων κρατικών προμηθειών και δημοσίων έργων, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 92/50, για τον συντονισμό των διαδικασιών σύναψης δημοσίων συμβάσεων υπηρεσιών, δεν εμποδίζει όπως - στο πλαίσιο μέσου ένδικης προστασίας που ασκήθηκε από υποβαλόντα προσφορά προκειμένου να διαπιστωθεί, με σκοπό να του καταβληθεί μεταγενέστερα αποζημίωση, η παρανομία της αποφάσεως περί αναθέσεως δημοσίας συμβάσεως - η αρμόδια αρχή της διαδικασίας προσφυγής εγείρει αυτεπαγγέλτως το παράνομο άλλης αποφάσεως της αναθέτουσας αρχής πλην της προσβαλλόμενης από τον υποβαλόντα προσφορά. Αντιθέτως, η οδηγία αυτή εμποδίζει όπως η εν λόγω αρχή απορρίπτει το αίτημά του με το αιτιολογικό ότι, λόγω της εγερθείσας αυτεπαγγέλτως παρανομίας, η διαδικασία διαγωνισμού ήταν οπωσδήποτε παράτυπη και η ενδεχόμενη ζημία του προσφέροντος θα είχε έτσι προκληθεί ακόμα και χωρίς την παρανομία που αυτός προβάλλει. ( βλ. σκέψη 56, διατακτ. 1 ) 2. Η οδηγία 93/36, περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων προμηθειών, εμποδίζει όπως, στο πλαίσιο διαδικασίας αναθέσεως δημοσίας συμβάσεως προμηθειών, η αναθέτουσα αρχή λαμβάνει υπόψη τον αριθμό των συστάσεων σχετικά με τα προϊόντα που οι υποψήφιοι προσφέρουν σε άλλους πελάτες όχι ως κριτήριο εξακριβώσεως της ικανότητας αυτών να εκτελέσουν την εν λόγω σύμβαση, αλλά ως κριτήριο αναθέσεως της εν λόγω συμβάσεως. Πράγματι, η υποβολή ενός καταλόγου των κυριοτέρων παραδόσεων που πραγματοποιήθηκαν κατά τα τελευταία τρία έτη, που αναφέρει το ποσό, την ημερομηνία και τον δημόσιο ή ιδιωτικό αποδέκτη, περιλαμβάνεται ρητά μεταξύ των αποδεικτικών αναφορών ή αποδεικτικών στοιχείων που, βάσει του άρθρου 23, παράγραφος 1, στοιχείο α_, της εν λόγω οδηγίας, μπορούν να απαιτούνται για να δικαιολογήσουν την τεχνική ικανότητα των προμηθευτών. Εξάλλου, ένας απλός κατάλογος αναφορών, ο οποίος περιλαμβάνει αποκλειστικά την ταυτότητα και τον αριθμό των προγενέστερων πελατών των υποψηφίων, δεν περιλαμβάνει όμως άλλες διευκρινίσεις σχετικά με τις πραγματοποιηθείσες στους πελάτες αυτούς παραδόσεις, δεν παρέχει καμιά ένδειξη που να επιτρέπει να εξακριβωθεί η πλέον συμφέρουσα οικονομικώς προσφορά, κατά την έννοια του άρθρου 26, παράγραφος 1, στοιχείο β_, της οδηγίας 93/36, και, επομένως, δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση να αποτελέσει κριτήριο αναθέσεως κατά την έννοια της διατάξεως αυτής. ( βλ. σκέψεις 65-67, διατακτ. 2 ) 3. Η οδηγία 93/36, περί συντονισμού των διαδικασιών για τη σύναψη συμβάσεων δημοσίων προμηθειών, εμποδίζει όπως, στο πλαίσιο δημοσίας συμβάσεως προμηθειών, η απαίτηση όπως τα προϊόντα τα οποία αποτελούν αντικείμενο των προσφορών μπορούν να ελεγχθούν από την αναθέτουσα αρχή εντός συγκεκριμένης χιλιομετρικής αποστάσεως από τον τόπο εγκαταστάσεως της τελευταίας χρησιμοποιείται ως κριτήριο αναθέσεως της εν λόγω συμβάσεως. Πράγματι, αφενός, από το άρθρο 23, παράγραφος 1, στοιχείο δ_, της οδηγίας 93/36 προκύπτει ότι, στο πλαίσιο δημοσίας συμβάσεως προμηθειών, οι αναθέτουσες αρχές μπορούν να απαιτήσουν την υποβολή δειγμάτων, περιγραφών και/ή φωτογραφιών των προς προμήθεια προϊόντων ως αποδεικτικών αναφορών ή αποδεικτικών στοιχείων της τεχνικής ικανότητας των προμηθευτών προς εκτέλεση της οικείας συμβάσεως. Αφετέρου, ένα τέτοιο κριτήριο δεν είναι ικανό να επιτρέψει την εξακρίβωση της πλέον συμφέρουσας οικονομικώς προσφοράς, κατά την έννοια του άρθρου 26, παράγραφος 1, στοιχείο β_, της εν λόγω οδηγίας και, επομένως, δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση να αποτελέσει κριτήριο αναθέσεως κατά την έννοια της διατάξεως αυτής. ( βλ. σκέψεις 71-72, 74, διατακτ. 3 )


ΣτΕ/287/2011

Επειδή, όπως κρίθηκε με την ΕΑ 198/2011 (5μ), από τις διατάξεις που μνημονεύθηκαν στην προηγούμενη σκέψη προκύπτει ότι τόσο η ημερομηνία της υπεύθυνης δήλωσης, όσο και η υπογραφή του εκδότη της αποτελούν ουσιώδη στοιχεία αυτής και επιβάλλεται να είναι συμπληρωμένα αμφότερα, ώστε η δήλωση να είναι έγκυρη. Αν, μάλιστα, απαιτείται από τις οικείες διατάξεις, όπως εν προκειμένω, και θεώρηση του γνησίου της υπογραφής του δηλούντος, η υπεύθυνη δήλωση πρέπει να είναι, πάντως, πλήρως συμπληρωμένη ήδη κατά το χρόνο της εν λόγω θεώρησης, αφού οποιαδήποτε διόρθωση, τροποποίηση, συμπλήρωση ή χρονολόγηση της υπεύθυνης δήλωσης μετά τη θεώρηση του γνησίου της υπογραφής θα αναιρούσε τον ίδιο το σκοπό της θεώρησης, που είναι η επίσημη βεβαίωση ότι η δήλωση προέρχεται στο σύνολό της από το συγκεκριμένο συντάκτη. Συνεπώς, κατά την έννοια της προπαρετεθείσης διατάξεως του άρθρου 6 παρ.1 περ. β του π.δ. 118/2007, η ημερομηνία υπογραφής της υπεύθυνης δηλώσεως που πρέπει να συμπίπτει με την ημερομηνία υποβολής της προσφοράς, δεν μπορεί να είναι μεταγενέστερη της ημερομηνίας θεωρήσεως του γνησίου της υπογραφής από την αρμόδια αρχή.


ΣΤΕ/2426/2017

ΔΗΜΟΣΙΑ ΕΡΓΑ:Ζητείται η αναίρεση της 13/2009 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Χανίων, με την οποία απερρίφθη η προσφυγή της αναιρεσειούσης επί διαφοράς που ανέκυψε από την εκτέλεση του έργου «Επέκταση-Αναβάθμιση Συνεργείου Α/Κ και Τροποποίηση Υφισταμένων RUN-UP και Δοκιμαστήριο Α/Κ στην 115 ΠΜ», λόγω της απορρίψεως του αιτήματος της αναιρεσειούσης να αποζημιωθούν οι γενικές εκσκαφές βραχώδους εδάφους με βάση το συμβατικό άρθρο ΑΤ 5-Α, αντί του συμβατικού άρθρου ΑΤ 6-Π, και να της καταβληθεί η διαφορά της οικείας δαπάνης, ύψους 144.493,72 ευρώ, πλέον αναθεωρήσεως και ΦΠΑ.(....)Επομένως, εφ’ όσον μόνη η εκ των υστέρων, κατά το στάδιο δηλαδή της εκτελέσεως της συμβάσεως, αμφισβήτηση του κύρους συμβατικών όρων δεν είναι επιτρεπτή (...) και δεν συνέτρεχε, εν προκειμένω, απρόοπτος μεταβολή συνθηκών (...), η οποία περιλαμβάνεται, κατά τα προεκτεθέντα, μεταξύ των προϋποθέσεων εφαρμογής των άρθρων 200 και 288 ΑΚ, η προεκτεθείσα κρίση του Διοικητικού Εφετείου είναι νομίμως και επαρκώς ητιολογημένη, δεν ασκεί δε καμία επιρροή ο λόγος για τον οποίον ο ανάδοχος είχεν αποδεχθεί την εν λόγω τιμή του συμβατικού τιμολογίου ούτε ότι ενδεχομένως οι δαπάνες για την εκτέλεση των εργασιών αυτών είχαν ανέλθει σε μεγαλύτερο ποσόν από εκείνο που προκύπτει με βάση την προβλεπομένη στο ανωτέρω άρθρον του συμβατικού τιμολογίου τιμή (...). Εξ άλλου, υπό τα ίδια ως άνω δεδομένα, δεν υπήρξε προσυμβατικό πταίσμα του κυρίου του έργου, ώστε να τύχουν εφαρμογής τα άρθρα 197-198 ΑΚ (...), ενώ αποκλείεται η εφαρμογή του άρθρου 904 ΑΚ, καθ’ όσον στην κρινομένη περίπτωση υφίσταται έγκυρος σύμβαση (...).Απορρίπτει την κρινομένη αίτηση.


ΔΕΚ/C-91/2008

1) Όταν τροποποιήσεις διατάξεων συμβάσεως για την παραχώρηση υπηρεσιών φέρουν ουσιωδώς διαφορετικά χαρακτηριστικά από εκείνα που δικαιολόγησαν την αρχική ανάθεση της συμβάσεως παραχωρήσεως και υποδηλώνουν, κατά συνέπεια, τη βούληση των συμβαλλομένων να αναδιαπραγματευθούν τους ουσιώδεις όρους της συμβάσεως αυτής, θα πρέπει να λαμβάνεται, σύμφωνα με την εσωτερική έννομη τάξη του οικείου κράτους μέλους, κάθε αναγκαίο μέτρο προκειμένου να αποκατασταθεί η διαφάνεια στη διαδικασία, συμπεριλαμβανομένης μιας νέας διαδικασίας αναθέσεως. Η νέα διαδικασία αναθέσεως θα πρέπει, ενδεχομένως, να οργανωθεί κατά τρόπο προσαρμοσμένο στις ιδιαιτερότητες της κρίσιμης παραχωρήσεως υπηρεσιών και να επιτρέπει σε επιχειρήσεις εγκατεστημένες σε άλλα κράτη μέλη να έχουν πρόσβαση σε κατάλληλες πληροφορίες σχετικά με τη συγκεκριμένη παραχώρηση, πριν αυτή ανατεθεί. 2) Όταν παραχωρησιούχος επιχείρηση συνάπτει σύμβαση σχετικά με υπηρεσίες εμπίπτουσες στο πεδίο παραχωρήσεως που της ανατέθηκε από οργανισμό τοπικής αυτοδιοίκησης, δεν εφαρμόζονται η απορρέουσα από τα άρθρα 43 ΕΚ και 49 ΕΚ υποχρέωση διαφάνειας καθώς και οι αρχές ίσης μεταχειρίσεως και απαγορεύσεως των διακρίσεων λόγω ιθαγένειας, εφόσον η επιχείρηση αυτή: – ιδρύθηκε από τον οργανισμό αυτό τοπικής αυτοδιοίκησης με σκοπό τη διάθεση αποβλήτων και τον καθαρισμό των οδών, δραστηριοποιείται όμως επίσης στην ελεύθερη αγορά, – ανήκει κατά ποσοστό 51 % στον εν λόγω οργανισμό τοπικής αυτοδιοίκησης, οι σχετικές όμως με τη διαχείριση αποφάσεις μπορούν να λαμβάνονται μόνον με πλειοψηφία τριών τετάρτων της γενικής συνελεύσεως της επιχειρήσεως αυτής, – έχει μόνον το ένα τέταρτο των μελών του εποπτικού συμβουλίου, συμπεριλαμβανομένου του προέδρου αυτού, που διορίζονται από τον ίδιο ως άνω οργανισμό τοπικής αυτοδιοίκησης, και – πραγματοποιεί πλέον του ημίσεος του κύκλου εργασιών της από αμφοτεροβαρείς συμβάσεις με αντικείμενο τη διάθεση αποβλήτων και τον καθαρισμό των οδών εντός των διοικητικών ορίων του εν λόγω οργανισμού τοπικής αυτοδιοικήσεως, οι δε εργασίες χρηματοδοτούνται από τον οργανισμό αυτό με πόρους προερχόμενους από τα δημοτικά τέλη που καταβάλλουν οι πολίτες του. 3) Οι κατοχυρωμένες στα άρθρα 43 ΕΚ και 49 ΕΚ αρχές της ίσης μεταχειρίσεως και απαγορεύσεως των διακρίσεων λόγω ιθαγένειας, καθώς και η εξ αυτών απορρέουσα υποχρέωση διαφάνειας δεν επιβάλλουν στις δημόσιες αρχές να καταγγέλλουν σύμβαση, ούτε στα εθνικά δικαστήρια να λαμβάνουν μέτρα σε κάθε περίπτωση προβαλλόμενης αθετήσεως της υποχρεώσεως αυτής κατά τη διαδικασία παραχωρήσεως υπηρεσιών. Εναπόκειται στην εσωτερική έννομη τάξη να ρυθμίσει τα μέσα έννομης προστασίας προς προάσπιση των δικαιωμάτων που συνεπάγεται για τους πολίτες η εν λόγω υποχρέωση, κατά τέτοιο τρόπο ώστε τα μέσα αυτά να μην είναι λιγότερο ευνοϊκά από παρόμοιες διαδικασίες εσωτερικής έννομης τάξεως, ούτε να καθιστούν πρακτικώς αδύνατη ή υπερβολικά δυσχερή την άσκηση των δικαιωμάτων αυτών. Η υποχρέωση διαφάνειας απορρέει άμεσα από τα άρθρα 43 ΕΚ και 49 ΕΚ, τα οποία παράγουν άμεσα αποτελέσματα στις εσωτερικές έννομες τάξεις των κρατών μελών και υπερέχουν κάθε αντίθετης διατάξεως του εθνικού δικαίου.


ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.4/62/2018

Παροχή υπηρεσιών καθαριότητας(...) Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, το Κλιμάκιο κρίνει ότι, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα από τη διαφωνούσα Επίτροπο, η 2η Υ.ΠΕ. ..... και Αιγαίου, κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 68 παρ. 1 του ν. 3863/2010, καθώς επίσης και του σχετικού όρου της διακηρύξεως, αποδέχθηκε την οικονομική προσφορά της φερομένης ως δικαιούχου εταιρείας «….» και ήδη «…», αφού αυτή, ως προς το διοικητικό κόστος, ποσού ενός (1) ευρώ μηνιαίως, και το εργολαβικό κέρδος, ποσού δύο (2) ευρώ μηνιαίως, εμφανιζόταν εξ αντικειμένου ως υπερβολικά χαμηλή. Όφειλε, συνεπώς, η Υγειονομική Περιφέρεια να καλέσει τη μειοδότρια εταιρεία, προκειμένου να διευκρινίσει τα ανωτέρω στοιχεία της προσφοράς της και να αποδείξει ότι τα υπολογισθέντα από αυτήν ποσά διοικητικού κόστους και εργολαβικού οφέλους είναι εύλογα, εν συνεχεία, δε, να εκτιμήσει τη λυσιτέλεια των ισχυρισμών της μειοδότριας και να αποφασίσει αιτιολογημένα για την αποδοχή ή την απόρριψη της προσφοράς της. Επομένως, η Υγειονομική Περιφέρεια, κρίνοντας ότι η εν λόγω προσφορά ήταν παραδεκτή και παραλείποντας να καλέσει την εν λόγω εταιρεία προς αιτιολόγηση των προαναφερθέντων στοιχείων της προσφοράς της, υπερέβη τα άκρα όρια της διακριτικής της ευχέρειας, με συνέπεια να μην είναι νόμιμη η ανάθεση των επίμαχων υπηρεσιών στην εταιρεία αυτή. Περαιτέρω, η οικονομική προσφορά της φερόμενης ως δικαιούχου διαμορφώθηκε με βάση τα κατώτατα όρια αποδοχών για εργαζομένους κάτω των 25 ετών και με προϋπηρεσία 0-3 έτη, γεγονός, άλλωστε, το οποίο συνομολογεί και η ίδια η εταιρεία (βλ. σκ. ΙV.Β). Βάσει, δε, των δεδομένων αυτών, τα οποία, σύμφωνα με το άρθρο 68 παρ. 3 του ν. 3863/2010, αποτελούν ουσιώδες και απαιτούμενο επί ποινή ακυρότητας στοιχείο της συμβάσεως, συνήφθη και η μεταξύ της Υγειονομικής Περιφέρειας και της εταιρείας 20716/21.7.2014 σύμβαση. Ενόψει, όμως, της επιλογής ως κριτηρίου αναθέσεως αυτού της χαμηλότερης τιμής, καθώς επίσης και της υποχρεώσεως των διαγωνιζομένων, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 68 του ν. 3863/2010 και 5 της οικείας διακηρύξεως, να υπολογίσουν στην προσφορά τους εύλογο ποσοστό διοικητικού κόστους, αναλωσίμων και εργολαβικού κέρδους, το γεγονός ότι η μοναδική απασχοληθείσα από την ανάδοχο εταιρεία κατά το πρώτο εξάμηνο εκτελέσεως της συμβάσεως ήταν άνω των 25 ετών, συνιστά ουσιώδη τροποποίηση της οικείας συμβάσεως. Τούτο, δε, διότι το μισθολογικό κόστος – χωρίς συνυπολογισμό ασφαλιστικών εισφορών εργοδότη, επιδόματος αδείας, κόστους αντικατάστασης λόγω αδείας, δώρων Πάσχα και Χριστουγέννων - ενός εργαζομένου άνω των 25 ετών με προϋπηρεσία 0-3 ετών για εξάωρη απασχόληση είναι υψηλότερο τουλάχιστον κατά 65,32 ευρώ μηνιαίως κατ’ άτομο σε σχέση με το αντίστοιχο για τον εργαζόμενο κάτω των 25 ετών με προϋπηρεσία 0-3 ετών (510,51 ευρώ, αντί του ποσού των 445,18 ευρώ, αντιστοίχως, βλ. σκ. ΙΙ.Β), με συνέπεια, στην προκειμένη περίπτωση το επιπρόσθετο μηνιαίο κόστος μισθοδοσίας για την ανάδοχο να ανέρχεται τουλάχιστον στο ποσό αυτό (65,32 ευρώ). Η εκ των υστέρων, όμως, ήτοι κατά το στάδιο εκτελέσεως της συμβάσεως, μεταβολή του μισθολογικού κόστους της αναδόχου μεταβάλλει όλη την οικονομική ισορροπία της συμβάσεως, καθώς εκμηδενίζει το υπολογισθέν ποσό εργολαβικού οφέλους, το οποίο ανερχόταν στο ποσό των 2 ευρώ μηνιαίως και δημιουργεί αρνητικό οικονομικό ισοζύγιο στη σύμβαση, σε αντίθεση με την ρητώς εκπεφρασμένη - με τις διατάξεις του άρθρου 68 του ν. 3863/2010 - βούληση του νομοθέτη για υπολογισμό ενός εύλογου ποσοστού διοικητικού κόστους παροχής των υπηρεσιών, των αναλώσιμων, του εργολαβικού του κέρδους, καθώς και των νόμιμων υπέρ Δημοσίου και τρίτων κρατήσεων. Με βάση τα ανωτέρω, η αύξηση του μισθοδοτικού κόστους αλλοιώνει τους όρους υπό τους οποίους κατακυρώθηκε το αποτέλεσμα του διενεργηθέντος διαγωνισμού στη φερόμενη ως δικαιούχο, αφού, εάν αυτή είχε εμφανίσει το πραγματικό ύψος αυτού του κόστους, δεν είναι βέβαιο ότι η προσφορά της θα γινόταν αποδεκτή και ότι, συνεπώς, θα της είχε ανατεθεί η σύμβαση, ούτε ότι η προσφορά της θα ήταν η χαμηλότερη. Ως εκ τούτου, η μεταβολή αυτή συνιστά μη επιτρεπτή ουσιώδη τροποποίηση της συμβάσεως κατά τη διάρκεια της ισχύος της, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα με τον δεύτερο λόγο διαφωνίας (πρβλ. Ελ.Συν. Κ.Π.Ε.Δ. στο IV Τμ. Πρ. 136, 121, 80, 34/2017, 185, 181, 172/2016, 247, 32/2015, 143/2014). Τέλος, σύμφωνα με τα εκτιθέμενα στη σκέψη ΙΙΙ, η επίμαχη δαπάνη δεν δύναται να νομιμοποιηθεί κατ’ εφαρμογήν της προδιαληφθείσας διατάξεως του άρθρου 96 παρ. 3 περ. β΄ του ν. 4486/2017 (Α΄ 115/7.8.2017), καθώς, σύμφωνα με τα προμνησθέντα Πρακτικά της 2ης Γενικής Συνεδριάσεως της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου της 7ης Μαρτίου 2018, η εν λόγω νομιμοποιητική διάταξη αντίκειται στις διατάξεις του άρθρου 98 παρ. 1 εδ. α΄ και γ΄ του Συντάγματος (και κατά περίπτωση του εδ. β΄), καθώς και στις συνταγματικές αρχές του Κράτους Δικαίου, της νομιμότητας της δράσης της Διοίκησης, της χρηστής και διαφανούς διαχείρισης του δημόσιου χρήματος και της δημοσιονομικής βιωσιμότητας, με συνέπεια να μην είναι δυνατή η, κατ’ εφαρμογή της διατάξεως αυτής, νομιμοποίηση της ελεγχόμενης δαπάνης.


ΕλΣυν.Τμ.Μείζ.-Επταμελούς Σύνθεσης/1284/2011

ΔΑΝΕΙΑΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ:Αίτηση αναθεώρησης της 279/2011 απόφασης του VI Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου.(...)Περαιτέρω, πρέπει να απορριφθεί ως απαραδέκτως υποβαλλόμενο ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου το αίτημα αναμόρφωσης του ελεγχόμενου σχεδίου, ώστε επαναδιατυπούμενο, να εναρμονισθεί με τα προβλεπόμενα στις οικείες διατάξεις, καθόσον από τα προσκομισθέντα ενώπιον του παρόντος Τμήματος στοιχεία δεν αποδεικνύεται ότι οι κριθέντες μη νόμιμοι όροι έχουν πλέον απαλειφθεί από το σχέδιο της ελεγχόμενης σύμβασης, με τη συναίνεση και της δανείστριας Τράπεζας. Περαιτέρω, ο ισχυρισμός, σύμφωνα με τον οποίο, λόγω συγγνωστής πλάνης τα αρμόδια όργανα της αιτούσας ενήργησαν κατά τον κριθέντα ως μη νόμιμο τρόπο, πρέπει να απορριφθεί ως αλυσιτελώς προβαλλόμενος, καθόσον -ανεξαρτήτως του ότι η πλάνη αυτή, ενόψει του γεγονότος ότι οι αναδειχθείσες στο ελεγχόμενο σχέδιο πλημμέλειες κρίνονται από το Τμήμα ως ουσιώδεις, δεν είναι συγγνωστή- τυχόν συνδρομή πλάνης στο πρόσωπο της αιτούσας δεν αποτελεί, κατά νόμο, λόγο αναθεωρήσεως της προσβαλλόμενης αποφάσεως του VI Τμήματος ούτε καθιστά επιτρεπτή την υπογραφή δανειακής σύμβασης που περιλαμβάνει μη νόμιμους και καταχρηστικούς όρους, χωρίς την προηγούμενη τροποποίηση και αναμόρφωση των εν λόγω όρων. Τέλος, οι ισχυρισμοί της αιτούσας ότι δεν υπήρξε νόθευση του ανταγωνισμού και της διαφάνειας των διαδικασιών και ότι η συμπεριφορά της δεν μπορεί να αποδοθεί σε κακοπιστία ή δόλο, καθώς και ότι η σύναψη του δανείου εξυπηρετεί σκοπό δημοσίου συμφέροντος αλυσιτελώς προβάλλονται, διότι η συνδρομή των στοιχείων αυτών αποτελεί προαπαιτούμενο της σύναψης νόμιμης δανειακής συμβάσεως και όχι λόγο άρσης της εξ άλλων λόγων παρανομίας της συμβάσεως.(...)Ως εκ τούτου, συντρέχουν λόγοι διακωλυτικοί της υπογραφής της ελεγχόμενης δανειακής σύμβασης, η δε αίτηση αναθεώρησης αποβαίνει αβάσιμη στο σύνολό της και πρέπει να απορριφθεί.Απορρίπτει  την αίτηση αναθεώρησης της Περιφέρειας…..


ΕλΣυν/Τμ.1/191/1995

Με τις ανωτέρω διατάξεις προβλέπεται, εκτός των άλλων, ότι ο αριθμός των επιτρεπόμενων ημερών παραμονής εκτός έδρας καθορίζεται με απόφαση του Πρωθυπουργού (άρθρο 15 του ν.δ. 65/19731), αρμοδιότητα, η οποία μεταβιβάστηκε στη συνέχεια στους οικείους Υπουργούς (απόφαση Πρωθυπουργού ΔΔ7/ 2/4/ 2.1.1975, ΦΕΚ Β΄ 2, άρθρα 3 παρ.4 του ν.δ. 216/1974, 3 παρ. 1 του ν. 51/1975, 27 του ν.1199/1981 και 12 παρ. 1 του ν. 1256/1982, καθώς και Δ10Δ/ Φ.60/1/Α/4061/20.3.1984 κοινή υπουργική απόφαση ,ΦΕΚ Β΄ 155) στους οποίους (Υπουργούς)έχει μεταβιβασθεί και η αρμοδιότητα της κατ’ εξαίρεση εγκρίσεως μετακινήσεων πραγματοποιούμενων καθ’ υπέρβαση του κατά τα ανωτέρω επιτρεπόμενου αριθμού ημερών εκτός έδρας. Εξάλλου, κατά την αληθή έννοια της διατάξεως του τελευταίου εδαφίου του άρθρου 15 του ν.δ. 65/1973, που ορίζεται ότι ¨ο αριθμός των επιτρεπόμενων ημερών παραμονής εκτός έδρας νοείται για πλήρη ημερήσια αποζημίωση¨, δεν επιτρέπεται η πραγματοποίηση εκτός έδρας μετακινήσεων πέραν του εγκεκριμένου αυτού αριθμού, ανεξαρτήτως αν η καταβαλλόμενη γι’αυτές συνολικά ημερήσια αποζημίωση( π.χ. λόγω αυθημερόν επιστροφής) δεν υπερβαίνει την πλήρη αποζημίωση, που αναλογεί στον εγκεκριμένο αριθμό ημερών εκτός έδρας(βλ. σχετ. Πράξεις 388/1993, 172, 272, 273/1994 του Ι Τμήματος). Κατά συνέπεια, καταβολή δαπανών κινήσεως για μετακινήσεις, που πραγματοποιούνται καθ’ υπέρβαση του κατά περίπτωση εγκεκριμένου αριθμού ημερών εκτός έδρας, δεν είναι νόμιμη. Περαιτέρω, κατά γενική αρχή του διοικητικού δικαίου, οι κανονιστικές διοικητικές πράξεις δεν έχουν αναδρομική ισχύ, εκτός αν τούτο επιτρέπεται ρητά από την εξουσιοδοτική διάταξη. Συνεπώς, η νεότερη κανονιστική διοικητική πράξη καταργεί ή τροποποιεί την προηγούμενη όμοια μόνο εφεξής και όχι εξαρχής. Κατ’ ακολουθία τούτου, τροποποίηση της κατά τα ανωτέρω εκδιδόμενης αποφάσεως του αρμόδιου κατά περίπτωση Υπουργού για τον καθορισμό του κατ’ έτος επιτρεπόμενου αριθμού ημερών μετακινήσεως εκτός έδρας με δικαίωμα αποζημιώσεως με μεταγενέστερη όμοια, ισχύει μόνο από το χρόνο δημοσιεύσεως της τελευταίας αυτής στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Τούτο δε, διότι πρόκειται για κανονιστικές διοικητικές πράξεις, οι οποίες χρήζουν δημοσιεύσεως στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 1 περ. γ΄ του ν. 301/1976 και οι οποίες αρχίζουν να ισχύουν από την ημερομηνία δημοσιεύσεως τους σ’αύτη (η δημοσίευση συστατικός τύπος).


ΕλΣυν/Κλ.Ζ/24/2014

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΚΕΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ: (...) Με βάση τα ανωτέρω η ελεγχόμενη προγραμματική σύμβαση, με την οποία επιχειρείται, κατ’ επίκληση του άρθρου 100 του ν. 3852/2010, η μεταβίβαση της αρμοδιότητας υλοποίησης κάθε έργου μελέτης ή προμήθειας προϋπολογισμού έως 40.000.000 ευρώ από την έχουσα, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στη σκέψη ΙΙ Γ, τη σχετική αποκλειστική αρμοδιότητα ΔΕΥΑ ……. στο Δήμο …….., δεν είναι νόμιμη. Και αυτό γιατί, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά ανωτέρω, οι προβλεπόμενες από τη διάταξη του άρθρου 100 του ν. 3852/2010 προγραμματικές συμβάσεις έχουν σκοπό να θέσουν το γενικό πλαίσιο για την άσκηση συγκεκριμένης κάθε φορά δραστηριότητας δια μέσου των φορέων της τοπικής αυτοδιοίκησης και να διευκολύνουν τη μελέτη και εκτέλεση έργων και την παροχή υπηρεσιών με αναπτυξιακό χαρακτήρα σε τοπικό επίπεδο ώστε να παρακαμφθούν τυχόν γραφειοκρατικές αγκυλώσεις, αλληλοεπικαλύψεις αρμοδιοτήτων και άλλοι ανασταλτικοί παράγοντες που επιβραδύνουν τους ρυθμούς εκτέλεσης των έργων και δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως μέσο για την μεταβίβαση αρμοδιοτήτων από τον ένα συμβαλλόμενο φορέα στον αντισυμβαλλόμενό του, παρακάμπτοντας τις κείμενες διατάξεις και τους αυστηρούς περί αρμοδιότητας κανόνες (πρβλ. ΕΣ VI Τμ. 4918/2012). Στην προκειμένη μάλιστα περίπτωση η μεταβίβαση της αρμοδιότητας υλοποίησης αφορά μη σαφώς προσδιορισμένο αντικείμενο και γίνεται για αόριστο χρονικό διάστημα. Περαιτέρω, το ελεγχόμενο σχέδιο προγραμματικής σύμβασης δεν φέρει το προβλεπόμενο στην παρ. 2α του άρθρου 100 του ν. 3852/2010 περιεχόμενο. Ειδικότερα: α) Το αντικείμενο της σύμβασης περιγράφεται κατά τρόπο γενικό και αόριστο χωρίς να προσδιορίζονται με ακρίβεια, σαφήνεια και πληρότητα οι συγκεκριμένες μελέτες, τα έργα οι υπηρεσίες που αποτελούν αντικείμενό της. Σύμφωνα δε με το 1053/3.2.2013 έγγραφο του Δήμου ……… «… Ο συνολικός προϋπολογισμός των 40.000.000 ευρώ (που θα προέλθει κυρίως από Ευρωπαϊκά Προγράμματα, αφού τη δεδομένη χρονική στιγμή τόσο οι πόροι της ΔΕΥΑ …….., όσο και του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων είναι ελάχιστοι) τέθηκε: 1. Αφενός για να συμπεριληφθούν τα έργα ύδρευσης – αποχέτευσης και γενικότερα διαχείρισης υδατικών αποθεμάτων εκτός των ανωτέρω, όπου για τη δεδομένη χρονική στιγμή δεν υπάρχουν ενεργές προσκλήσεις χρηματοδότησης, αλλά ενδεχομένως να υπάρξουν στο εγγύς μέλλον. 2. Αφετέρου για να μπορέσει ο Δήμος ……… να ανταποκριθεί σε σύντομο χρονικό διάστημα στη σύνταξη μελλοντικών διακηρύξεων καθώς και για την αποφυγή συνεχών Προγραμματικών Συμβάσεων για κάθε ένα επιμέρους έργο». β) Ομοίως και οι συμβατικές υποχρεώσεις των μερών διατυπώνονται κατά τρόπο αόριστο και γενικόλογο, καθόσον δεν αντιστοιχούν σε σαφώς προσδιορισμένο αντικείμενο. Ιδίως αναφορικά με το έργο «Αποχέτευση και Εγκατάσταση Επεξεργασίας Λυμάτων Οικισμού ………» δεν προκύπτει σαφώς ποιες είναι οι αναλαμβανόμενες υποχρεώσεις των μερών, καθόσον, όπως αναφέρεται στο ως άνω 1053/3.2.2014 έγγραφο του Δήμου ………, για το ίδιο έργο είχε συναφθεί προγραμματική σύμβαση μεταξύ του Δήμου ……… και της ΔΕΥΑ ……..., η οποία διαλύθηκε, χωρίς όμως στο παρόν σχέδιο να γίνεται αναφορά σχετικά με τις ενέργειες που έχουν ήδη διεκπεραιωθεί από το Δήμο ……… (87/2013 και 463/2013 αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου της ΔΕΥΑ ……….. και του Δήμου ………, αντίστοιχα). γ) Εφόσον το αντικείμενο της σύμβασης παρίσταται γενικόλογο αντίστοιχη αοριστία εντοπίζεται και ως προς τον προϋπολογισμό της σύμβασης. Συγκεκριμένα, ο προϋπολογισμός της σύμβασης προσδιορίζεται συνολικά στο όριο των 40.000.000 ευρώ (συμπεριλαμβανομένου Φ.Π.Α.), χωρίς όμως να αναλύεται περαιτέρω σε τι αντιστοιχεί ο προϋπολογισμός αυτός. Πέραν τούτου, ενόψει της αοριστίας του αντικειμένου στο σχέδιο της προγραμματικής σύμβασης δεν προσδιορίζονται ούτε οι συγκεκριμένοι πόροι από τους οποίους θα χρηματοδοτηθεί η σύμβαση ούτε προκύπτει σαφώς εάν η χρηματοδότηση της σύμβασης θα γίνει από τον κύριο του έργου ή από τον φορέα υλοποίησης. δ) Επίσης, δεν υφίσταται χρονοδιάγραμμα υλοποίησης, ενώ και η διάρκεια της σύμβασης είναι αόριστη, καθόσον η λήξη της εξαρτάται από το χρονικό σημείο κατά το οποίο η ΔΕΥΑΕ θα αποκτήσει Τεχνική και Οικονομική Υπηρεσία και Διαχειριστική Επάρκεια. Περαιτέρω, και το άρθρο 13 του σχεδίου της προγραμματικής σύμβασης, στο οποίο προβλέπεται ότι «η τροποποίηση ή η παράταση της συμβάσεως προϋποθέτει την έγγραφη συμφωνία των μερών», είναι μη νόμιμο, καθόσον δεν επιτρέπεται κατά τη σύναψη προγραμματικών συμβάσεων να τίθενται όροι περί τροποποίησης, παράτασης ή συμπλήρωσης αυτών, οι οποίοι επαφίενται στην απόλυτα ελεύθερη βούληση των συμβαλλόμενων μερών (ΕΣ VI Τμ. 28/2012). Εξάλλου, και υπό την εκδοχή ότι η ελεγχόμενη προγραμματική σύμβαση ερείδεται στο άρθρο 22 του ν. 3614/2007 είναι επίσης μη νόμιμη, καθόσον, όπως ήδη αναφέρθηκε, με την εν λόγω διάταξη επιτρέπεται η σύναψη προγραμματικών συμβάσεων με αντικείμενο τη μεταβίβαση της αρμοδιότητας υλοποίησης συγκεκριμένων πράξεων σαφώς προσδιορισμένων που πρόκειται να ενταχθούν σε επιχειρησιακά προγράμματα, από δικαιούχους για τους οποίους δεν επιβεβαιώνεται η διαχειριστική επάρκεια σε άλλο φορέα που ικανοποιεί τα κριτήρια διαχειριστικής επάρκειας, ενώ το αντικείμενο και ο προϋπολογισμός της ελεγχόμενης προγραμματικής σύμβασης είναι παντελώς αόριστος και μεταβιβάζεται από τη ΔΕΥΑΕ στο Δήμο …….. η αρμοδιότητα για την εν γένει υλοποίηση κάθε είδους μελέτης, έργου ή προμήθειας ύδρευσης ή αποχέτευσης, προϋπολογισμού έως 40.000.000 ευρώ (άρθρο 2 της προγραμματικής σύμβασης σύμφωνα με το οποίο αντικείμενο αυτής είναι «η πλήρης διαχείριση σε όλες τις φάσεις του για κάθε είδους μελέτη, έργο, προμήθεια, ύδρευσης ή αποχέτευσης προϋπολογισμού έως 40.000.000 ευρώ (πηγή χρηματοδότησης συγχρηματοδοτούμενα ή μη)»). Τέλος, και υπό την εκδοχή ότι η ελεγχόμενη προγραμματική σύμβαση ερείδεται στο άρθρο 3 του ν. 3316/2005, είναι και πάλι μη νόμιμη, καθόσον, ενόψει της αοριστίας του αντικειμένου της, δεν φέρει το περιεχόμενο που ορίζεται στην παρ. 2 του άρθρου 3 του προαναφερόμενου νόμου.