ΕλΣυν/Τμ.4/21/2010
Τύπος: Νομολογία Ελεγκ. Συνεδρίου
Οι προμήθειες των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου, ακόμη και όταν δεν εντάσσονται στο Ενιαίο Πρόγραμμα Προμηθειών, διέπονται από τις διατάξεις του ν. 2286/1995 και την προαναφερθείσα κατ' εξουσιοδότηση αυτού εκδοθείσα Π1/7446/14-1-2002 απόφαση του Υφυπουργού Ανάπτυξης, σύμφωνα με την οποία, για την εξεύρεση του χρηματικού ορίου, μέχρι του οποίου επιτρέπεται η απευθείας ανάθεση προμήθειας, λαμβάνεται υπόψη η κατά κωδικό αριθμό είδους του αρχείου ειδών του Υπουργείου Ανάπτυξης, δαπάνη (βλ. πρ. IV Τμ. 79/2003, 116/2001). Επειδή, όμως, η ανωτέρω κατηγοριοποίηση των ειδών ενδέχεται να άγει σε καταστρατηγήσεις, προς το σκοπό αποφυγής διενέργειας πρόχειρου ή τακτικού, κατά περίπτωση, διαγωνισμού, γίνεται παγίως δεκτό από το Δικαστήριο τούτο ότι, εφόσον πρόκειται για όμοια ή ομοειδή, κατά τη φύση του πράγματος και την αντίληψη των συναλλαγών, αγαθά, η υπέρβαση ή μη του ορίου, μέχρι του οποίου χωρεί προσφυγή στην εξαιρετική διαδικασία της απευθείας ανάθεσης, κρίνεται με βάση τη συνολικώς (αθροιστικώς) απαιτούμενη για την προμήθεια τέτοιων ειδών ετήσια δαπάνη (βλ. πρ. IV Τμ. 28 και 29/1997, 91/2000, 12 και 13/2001, 79/2003, 120/2005, 139/2006), ανεξάρτητα από το βαρυνόμενο Κ.Α.Ε.(βλ. πρ. IV Tμ. 8/2007) . Απαγορεύεται επομένως ο επιμερισμός τέτοιων αγαθών σε μικρότερες ποσότητες ή μερικότερες κατηγορίες και στη συνέχεια η χωριστή διενέργεια περισσότερων απευθείας αναθέσεων ή πρόχειρων διαγωνισμών, με βάση το ύψος κάθε μερικότερης δαπάνης, που προκύπτει από την κατάτμηση της συνολικής δαπάνης, καθόσον με την τμηματική ανάθεση των όμοιων/ομοειδών αγαθών καταστρατηγείται η θεμελιώδης αρχή της νομοθεσίας περί δημοσίων συμβάσεων, που είναι η διενέργεια διαγωνισμού (βλ. Πράξεις IV Τμ. 12, 31, 116/2001, 26, 203, 212/2003, 75, 60, 180/2004, 64, 124, 129/2005, 20, 117/2006, 8, 24/2007 κ.ά.). Περαιτέρω, είναι επιτρεπτή η προσφυγή στην εξαιρετική διαδικασία της απευθείας ανάθεσης, εφόσον συντρέχουν λόγοι επείγουσας ανάγκης, που οφείλεται σε αυταπόδεικτα απρόβλεπτες καταστάσεις. Κατά πάγια δε νομολογία του Τμήματος, οι απρόβλεπτες περιστάσεις πρέπει να συναρτώνται με εξαιρετικά και ασυνήθη γεγονότα, τα οποία σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να απορρέουν από ευθύνη της αναθέτουσας αρχής και αντικειμενικά δεν ήταν δυνατό να προβλεφθούν κατά τον προγραμματισμό των σχετικών υπηρεσιών, παρά την επίδειξη της ενδεδειγμένης επιμέλειας και προσοχής από την αναθέτουσα αρχή. Επίσης, από τη φύση της απόφασης για την προσφυγή στην εξαιρετική διαδικασία της διαπραγμάτευσης, επιβάλλεται να περιέχει κάθε φορά πλήρη και σαφή αιτιολογία περί της συνδρομής των προϋποθέσεων για την εφαρμογή της, η δε κρίση της αναθέτουσας αρχής περί της συνδρομής των ανωτέρω περιστάσεων υπόκειται, ως νομική, σε πλήρη έλεγχο ορθής εκτίμησης και χαρακτηρισμού από το Δικαστήριο. (βλ. ενδεικτικά Πράξεις 5, 22, 50/2007, 57, 113, 117, 139/2006 IV Τμήματος Ελ. Συν.).
Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)
Σχετικά Έγγραφα
ΕλΣυν.Τμ.4(ΚΠΕ)77/2014
Προμήθειες.Παρατηρητήριο Τιμών.(….) ο νομοθέτης, επιδιώκοντας την εξοικονόμηση πόρων και την αποφυγή σπατάλης, δεν εξαιρεί από τον έλεγχο τήρησης των τιμών του Παρατηρητηρίου τις προμήθειες που διενεργούνται με την εξαιρετική διαδικασία της απευθείας ανάθεσης (βλ. πράξ. Κλιμ. Πρ. Ελ. IV Τμ. 73/2013, 16, 36/2014). (…)Ενόψει αυτών, το Κλιμάκιο κρίνει ότι δεν τίθεται εν προκειμένω ζήτημα παραβίασης των διατάξεων του άρθρου 13 του ν. 3918/2011, το οποίο, κατά τα αναφερόμενα στην προηγούμενη σκέψη, εφαρμόζεται και στην περίπτωση της προμήθειας ειδών κατόπιν απευθείας αναθέσεων, καθόσον για τα επίμαχα είδη δεν αποδείχθηκε σχετική καταχώριση στο Παρατηρητήριο Τιμών του άρθρου 24 του ν. 3846/2010, ώστε να τίθεται ζήτημα εναρμόνισης των επιτευχθεισών από το Νοσοκομείο τιμών με τις αντίστοιχες του Παρατηρητηρίου.
ΕΣ/Τ4/48/2007
Προμήθειες ειδών που θεωρούνται όμοια ή ομοειδή, σύμφωνα με τις συναλλακτικές αντιλήψεις, τη φύση τους και τη λειτουργικότητά τους. Απαγορεύεται επομένως ο επιμερισμός τέτοιων αγαθών σε μικρότερες ποσότητες ή μερικότερες κατηγορίες και στη συνέχεια η χωριστή διενέργεια περισσότερων απευθείας αναθέσεων ή πρόχειρων διαγωνισμών, με βάση το ύψος κάθε μερικότερης δαπάνης που προκύπτει από την κατάτμηση της συνολικής, καθόσον με την τμηματική ανάθεση των όμοιων/ομοειδών αγαθών καταστρατηγείται η θεμελιώδης αρχή της νομοθεσίας περί δημοσίων συμβάσεων, που είναι η διενέργεια διαγωνισμού (βλ. Πράξεις IV Τμ. 28, 79/1997, 91/2000, 12, 31, 116/2001, 26, 203/2003, 75, 60, 180/2004, 64, 124, 129/2005, 11,12, 20, 82, 105, 124/2006, 30/2007, κ.ά. ).
ΕλΣυν/Τμ.VI/53/2007
Εξ άλλου, η διακήρυξη του διαγωνισμού, ως κανονιστική πράξη δεσμεύει με τους όρους της, τόσο τους τρίτους προς τους οποίους απευθύνεται, όσο και το ίδιο το νομικό πρόσωπο που προκηρύσσει το σχετικό διαγωνισμό, το οποίο υποχρεούται εφεξής και μέχρι τέλους της διαδικασίας του διαγωνισμού να εφαρμόζει τα όσα ορίζονται σε αυτή (βλ. Πράξεις VI Τμ. Ε.Σ. 181/2006, 31/2003, 105/2003). Η αρχή αυτή της δεσμευτικότητας της διακηρύξεως κατοχυρώνεται και στο κοινοτικό δίκαιο, αφού κάθε απόκλιση από τους όρους αυτής αποτελεί παραβίαση της αρχής της ισότητας των διαγωνιζομένων (βλ. Πράξη VI Τμ. Ε.Σ. 70/2006). Κατά συνέπεια, τυχόν παράβαση ουσιώδους όρου της διακήρυξης, είτε κατά τη διάρκεια του διαγωνισμού, είτε κατά τη συνομολόγηση της σύμβασης που καταρτίζεται μετά τη διενέργεια του διαγωνισμού, είτε κατά το στάδιο εκτέλεσης αυτής, καθιστά μη νόμιμη τη σχετική διαδικασία και επάγεται ακυρότητα (βλ. Πράξεις IV Τμ. Ε.Σ. 70/2003, 105/2002, 78, 4/2001, 85/2000).
ΕλΣυν/Τμ.6/2055/2010
Ειδικότερα, η αναθέτουσα αρχή μπορεί να προσφύγει στη διαδικασία της διαπραγμάτευσης όταν, εκτός των άλλων, για λόγους τεχνικούς (όπως η κατοχή αποκλειστικών τεχνικών μέσων, γνώσεων ή μεθόδων) ή σχετικούς με την προστασία αποκλειστικών δικαιωμάτων, καθίσταται απολύτως αναγκαίο να ανατεθεί η εκτέλεση της προμήθειας σε συγκεκριμένο προμηθευτή ο οποίος όμως δεν αρκεί να είναι απλώς ικανός να εκτελέσει με τον πλέον αποτελεσματικό τρόπο τη ζητούμενη προμήθεια, αλλά απαιτείται να είναι και ο μοναδικός έναντι οιουδήποτε άλλου προμηθευτή (ΔΕΚ 199/85 Επιτροπή κατά Ιταλίας, ΔΕΚ 296/92 Επιτροπή κατά Ιταλικής Δημοκρατίας, ΔΕΚ 57/94 Επιτροπή κατάΙταλικής Δημοκρατίας). Συνεπώς, εφόσον συντρέχουν οι ανωτέρω προϋποθέσεις, η αναθέτουσα αρχή δύναται να προβεί, ύστερα από διαπραγματεύσεις, σε απευθείας ανάθεση προμηθειών για λόγους τεχνικούς ή προστασίας δικαιωμάτων αποκλειστικότητας, χωρίς προηγούμενη δημοσίευση προκήρυξης, έχοντας όμως προηγουμένως σταθμίσει όλες τις οικονομοτεχνικές παραμέτρους, που καθιστούν συμφερότερη την προσφυγή σε αυτήν την όλως εξαιρετική διαδικασία, με πλήρη και ειδική αιτιολογία που πρέπει να προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, για τους λόγους που επέβαλαν την απόφασή της αυτή, διαφορετικά η διαδικασία της απευθείας ανάθεσης δεν είναι νόμιμη (βλ. Πράξεις 186, 187, 188, 189, 190, 191/2006, 263/2007, 77/2008, 3334/2009, VI Τμ Ελ.Συν.). Τα προαναφερόμενα διέπουν και τις προμήθειες φαρμάκων. Ειδικότερα, τα φάρμακα αποτελούν ιδιόμορφα κοινωνικά αγαθά, γιατί πρέπει να εξασφαλίζεται η επάρκειά τους, η υψηλή ποιοτική τους στάθμη και ασφάλεια και η προσιτή τιμή τους, καθόσον συμβάλλουν τα μέγιστα στην προστασία και διατήρηση της δημόσιας υγείας και της ευεξίας του κοινωνικού συνόλου. Για τον λόγο αυτό η παραγωγή, εμπορία και διακίνηση αυτών υπόκεινται σε ειδικό καθεστώς που ρυθμίζεται άμεσα από το κανονιστικό νομοθέτη και ελέγχεται από τον Εθνικό Οργανισμό Φαρμάκων (Ε.Ο.Φ.) και τον Υπουργό Ανάπτυξης, όπου συντρέχει περίπτωση, αφορά, δε, στη θέσπιση ορισμένων περιορισμών στην διαδικασία παρασκευής και διάθεσής τους, επιβαλλόμενων από την ανάγκη εξασφάλισης επαρκούς ποσότητας και συγκεκριμένης ποιότητας φαρμάκων σε εύλογο κόστος. Πέραν, όμως, των ανωτέρω παρατιθέμενων τα φάρμακα δεν χαρακτηρίζονται ως προϊόντα εξαιρούμενα του ελεύθερου ανταγωνισμού παρά τις μονοπωλιακές τάσεις της αγοράς, αφού η τιμή πώλησής τους μπορεί να μειωθεί έτι περαιτέρω, σύμφωνα με τις προπαρατιθέμενες διατάξεις (βλ. Πράξεις 203/2003, 116, 117/2008, 25/2010 IV Τμ. Ελ.Συν.).
ΕλΣυν/Τμ.1/65/2015
Παραγραφή.ο χρόνος παραγραφής των απαιτήσεων αιρετών οργάνων κατά των Ο.Τ.Α, υπόκειται σε πενταετή παραγραφή, εάν από άλλη γενική ή ειδική διάταξη δεν ορίζεται βραχύτερος χρόνος παραγραφής, η οποία αρχίζει από το τέλος του οικονομικού έτους κατά το οποίο γεννήθηκε η αξίωση και ήταν δυνατή η δικαστική της επιδίωξη. Διακοπή δε της παραγραφής επέρχεται, μεταξύ άλλων, με την υποβολή αίτησης για πληρωμή στην αρμόδια δημόσια αρχή καθώς και με την έκδοση τίτλου πληρωμής. Στις περιπτώσεις αυτές από την απάντηση της αρμόδιας αρχής, ή από την παρέλευση εξαμήνου από την υποβολή αίτησης (σε περίπτωση μη απάντησης της αρχής) καθώς και από την έκδοση τίτλου πληρωμής, αρχίζει νέα παραγραφή, ομοειδής, η νέα δε παραγραφή δύναται να διακοπεί με τους ίδιους τρόπους όπως με την έκδοση της αρχικής και συνεπώς με την εκ νέου έκδοση τίτλου πληρωμής (βλ. ΕΣ Πρ. IV Τμ 19/2001 Κλ.Προλ.Ελ.Δαπ. στο VII Τμ.177/2012 ).
ΕλΣυν/Τμ.4/12/2012
Aπαγορεύεται ο επιμερισμός της συνολικής ποσότητας των ζητούμενων όμοιων ή ομοειδών υλικών σε περισσότερες μικρότερες ποσότητες ή μερικότερες κατηγορίες και η εν συνεχεία χωριστή απευθείας ανάθεση των αντίστοιχων τμηματικών προμηθειών, στο μέτρο που, με τον τρόπο αυτό, της κατάτμησης, δηλαδή, της δαπάνης, επιχειρείται κατά περιγραφή των προμνησθεισών διατάξεων, η μη τήρηση της διαδικασίας του τακτικού ή του πρόχειρου, κατά περίπτωση, διαγωνισμού (βλ. 101, 77, 70, 69, 67, 68/2011, 21/2010, 177, 176, 134/2009, 140, 93, 9/2008, κ.ά. Πράξεις IV Τμ. Ελ. Συν.). Περαιτέρω, με την Π1/3305/2010 απόφαση του Υφυπουργού Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας (Β΄ 1789), επανακαθορίσθηκαν τα ανωτέρω χρηματικά όρια, μέχρι τα οποία είναι επιτρεπτή άνευ ετέρου η προσφυγή στις διαδικασίες της απευθείας ανάθεσης και του πρόχειρου διαγωνισμού, στα ποσά των 20.000 και 60.000 ευρώ αντίστοιχα, χωρίς Φ.Π.Α..
ΕΣ/Τ6/19/2009
Oι γενικές αρχές περί ανάκλησης των διοικητικών πράξεων έχουν εφαρμογή μόνο εφόσον δεν αντίκεινται στον αυστηρά διακεκριμένο χαρακτήρα των προαναφερόμενων σταδίων που θεσμοθετείται από τις ως άνω διατάξεις, δηλαδή, προκειμένου περί των ζητημάτων τεχνικής αξιολόγησης, μόνο εφόσον δεν προχώρησε η διαδικασία στην αποσφράγιση των οικονομικών προσφορών. Εάν δε σε συγκεκριμένη περίπτωση τα αρμόδια όργανα δεν διασφαλίσουν, όπως είναι εκ του νόμου υποχρεωμένα, την ολοκληρωμένη και οριστική εξέταση όλων των ζητημάτων της τεχνικής αξιολόγησης και ανακαλυφθούν μετά την αποσφράγιση των οικονομικών προσφορών πλημμέλειες της τεχνικής αξιολόγησης που πλήττουν τη νομιμότητα της κατακυρωτικής απόφασης υπέρ του προσώπου που με τη μέχρι τότε διαδικασία θα επιλεγόταν ανάδοχος, η μόνη νόμιμη δυνατότητα είναι αυτή της ματαίωσης του διαγωνισμού, καθόσον η διοίκηση στερείται στο στάδιο αυτό, σύμφωνα με όσα προαναφέρθηκαν, της διακριτικής ευχέρειας διαφοροποίησης του αποτελέσματός του μετά από επαναφορά στο προηγούμενο στάδιο της τεχνικής αξιολόγησης. Άλλως ένας τέτοιος διαγωνισμός θα εξομοιωνόταν στην ουσία με διαγωνισμό που ακύρως διενεργήθηκε εξαρχής με ανοιχτές οικονομικές προσφορές (βλ. πράξη IV Τμ. Ε.Σ. 17/2007, πρβλ. Πράξεις 78/2001, 91/2003, 17/2007 IV Τμ. Ε.Σ. και 109/2004 VI Τμ. Ε.Σ.). Σε περίπτωση δε ακύρωσης της πράξης με την οποία οριστικοποιούνται οι τεχνικά αποδεκτές προσφορές ή η βαθμολογία, με την οποία αυτές αξιολογήθηκαν, είτε ύστερα από απόφαση αρμοδίου Δικαστηρίου είτε στο πλαίσιο άσκησης διοικητικής εποπτείας, η αναθέτουσα αρχή δεσμεύεται καταρχήν από την παραγόμενη δεσμευτικότητα της δικαστικής αποφάσεως και, σε κάθε μία από τις προαναφερόμενες περιπτώσεις, υποχρεούται σε συμμόρφωση, πλην όμως, εάν ήδη έχουν ανοιχθεί οι οικονομικές προσφορές, η υποχρέωση αυτή συμμόρφωσης περιορίζεται στη ματαίωση του διαγωνισμού και την επαναπροκήρυξή του, αποκλειομένης της επαναφοράς της διαδικασίας στο σημείο όπου εμφιλοχώρησε νομική πλημμέλεια και της εκ του σημείου τούτου επανάληψής του. (βλ. Πρ. VI Τμ. 65/2004, 33/2005, πρβλ. ΣτΕ Ε.Α.192/2007, 613/2004, 226/2004, ΣτΕ 2478/1997).
ΕλΣυν/Τμ.7/50/2010
Οταν πρόκειται για δαπάνες που συντελούν μεν στην εκπλήρωση του σκοπού των υπηρεσιών του Δημοσίου, του ν.π.δ.δ. ή του Ο.Τ.Α. και εξυπηρετούν τις λειτουργικές τους ανάγκες, πλην όμως αφορούν σε εργασίες που εμπίπτουν στα συνήθη καθήκοντα των υπαλλήλων των εν λόγω φορέων, κατά κλάδο, όπως αυτά περιγράφονται στις οικείες οργανικές διατάξεις, δεν επιτρέπεται οι εργασίες αυτές να ανατίθενται σε τρίτους, με αποτέλεσμα την αδικαιολόγητη οικονομική επιβάρυνση της οικείας υπηρεσίας. Τούτο δε, ενόψει της αρχής της οικονομικότητας, ως μερικότερης εκδηλώσεως του δημοσίου συμφέροντος, που πρέπει να διέπει τη δράση και λειτουργία των υπηρεσιών του Δημοσίου, των ν.π.δ.δ. και των Ο.Τ.Α. και η οποία επιβάλλει την εκπλήρωση των σκοπών τους με την κατά το δυνατόν ελάχιστη επιβάρυνση του προϋπολογισμού τους (βλ. και πράξεις IV Τμ. Ελ. Συν. 50/2005, 74/2004, 19, 21, 105, 124/ 2002, 86, 94, 106, 209/2003 κ.ά. και Ι Τμ. Ελ. Συν. 206/1999, 638/ 1988, 56/1995, 252/1985 κ.ά.). Κατ’ εξαίρεση, ανάθεση υπηρεσίας έναντι αμοιβής σε ιδιώτη, φυσικό ή νομικό πρόσωπο, είναι επιτρεπτή μόνον όταν αφορά σε ιδιαίτερα σοβαρές ή ειδικής φύσεως υποθέσεις, για την αντιμετώπιση των οποίων απαιτείται προσωπικό με εξειδικευμένες γνώσεις και εμπειρία, προσόντα τα οποία, αποδεδειγμένως, δεν διαθέτει το προσωπικό που ήδη υπηρετεί (βλ. πρ. VII Τμ. 112, 146, 147, 171/2007, 55, 56, 124, 208, 215, 251/2006 και IV Τμ. 94/2003, 19, 70/2002).
ΕΣ/ΚΠΕ/ΤΜ.4/160/2018
Προμήθεια στερεών διαλυμμάτων διττανθρακικών (φύσιγγες με σταθεροποιητή ph κιτρικό): Με δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις σκέψεις ΙΙ, ΙΙΙ, IV, V και VI το Κλιμάκιο κρίνει τα εξής: 1) Μη νομίμως οι επίμαχες προμήθειες των προαναφερόμενων ομοειδών υγειονομικών υλικών, που ανήκουν στην κατηγορία των υλικών τεχνητού νεφρού, ανατέθηκαν με τη διαδικασία της διαπραγμάτευσης (απευθείας ανάθεση), καθόσον δεν διαπιστώνεται η συνδρομή καμμίας από τις αναφερόμενες στις διατάξεις των παραγράφων 12 και 13 του άρθρου 2 του ν. 2286/1995 προϋποθέσεις για την επιτρεπτή προσφυγή στη διαδικασία αυτή. Ειδικότερα, η συνολική δαπάνη του Νοσοκομείου για την προμήθεια των ειδών αυτών, ανήλθε στο ποσό των 41.830 ευρώ, χωρίς ΦΠΑ (25.200,00 + 16630,00), υπερβαίνει, για το έτος 2016, το όριο των 20.000 ευρώ, μέχρι του οποίου επιτρέπεται η, άνευ, ειδικών λόγων, προσφυγή στην εξαιρετική αυτή διαδικασία. Περαιτέρω, το Νοσοκομείο δεν προβάλλει, ούτε από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτει είτε η συνδρομή έκτακτων γεγονότων, οφειλόμενων σε απρόβλεπτες περιστάσεις, τα οποία κατέστησαν αδύνατη την έγκαιρη διενέργεια και ολοκλήρωση ανοικτού διαγωνισμού, που, ενόψει του ύψους της συνολικής δαπάνης της προμήθειας, όφειλε αυτό να διενεργήσει, είτε κάποιας από τις λοιπές αναφερόμενες στη διάταξη της παραγράφου 13 του άρθρου 2 του ν. 2286/1995 προϋποθέσεις για την επιτρεπτή προσφυγή στη διαδικασία αυτή. Σημειωτέον ότι, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, αλλά και κατά τα γνωστά στο Κλιμάκιο από προηγούμενες ενέργειές του, το Νοσοκομείο προμηθεύεται συστηματικά τα ανωτέρω αγαθά μέσω απευθείας αναθέσεων (βλ. και Πράξεις 17/2017, 57/2015 Κ.Π.Ε.Δ. στο ΙV Τμ., με τις οποίες κρίθηκε ότι το Νοσοκομείο προσέφυγε, σε μη νόμιμες διαδικασίες απευθείας αναθέσεων για την προμήθεια του είδους (φύσιγγες) διττανθρακικών με σταθεροποιητή Ph (κιτρικό), κατά τα έτη 2013, 2014 και 2015). Εξάλλου, στην προκειμένη περίπτωση δεν προκύπτει ούτε καν η τήρηση εκ μέρους του Νοσοκομείου των ουσιαστικών διατυπώσεων του πρόχειρου διαγωνισμού, για καμμία εκ των δύο συναφθεισών συμβάσεων, δοθέντος ότι α) οι όροι των προσκλήσεων δεν ήταν σαφείς και πλήρεις, αφού σε αυτές δεν αναγράφονταν τα κριτήρια για την αξιολόγηση των προσφορών και την κατακύρωση της προμήθειας (βλ. σκέψη ΙΙΙ), β) δεν προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου συγκρότηση της επιτροπής διαγωνισμού, σύμφωνα με τα άρθρα 38 του π.δ. 118/2007 και 26 του ν. 4024/2011 και ανάρτηση της πράξης αυτής στη Διαύγεια (βλ. σκέψη ΙΙΙ), και γ) δεν έχει εκδοθεί απόφαση κατακύρωσης του αποτελέσματος του διαγωνισμού από το αρμόδιο όργανο του Νοσοκομείου (βλ. σκέψη ΙΙΙ). Σημειωτέον ότι δεν προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου συλλογή και αξιολόγηση προσφορών από την επιτροπή διαγωνισμού. (βλ. ανωτ. υπό VII A. και Β.) β) δεν προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου συγκρότηση της επιτροπής διαγωνισμού, σύμφωνα με τα άρθρα 38 του π.δ. 118/2007 και 26 του ν. 4024/2011 και ανάρτηση της πράξης αυτής στη Διαύγεια (βλ. σκέψεις ΙΙΙ και V), και γ) δεν έχει εκδοθεί απόφαση κατακύρωσης του αποτελέσματος του διαγωνισμού από το αρμόδιο όργανο του Νοσοκομείου (βλ. σκέψη ΙΙΙ). Σημειωτέον ότι δεν προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου συλλογή και αξιολόγηση προσφορών από την επιτροπή διαγωνισμού.
Δεν ανακλήθηκε με την ΕΣ/ΤΜ.4/13/2019
ΕΣ/Τ4/58/2008
Μέλη των επιτροπών αυτών δεν επιτρέπεται να ορίζονται ούτε ο Διοικητής του οικείου νοσοκομείου, παρότι υπάλληλός του της κατηγορίας ειδικών θέσεων (βλ. άρθρο 7 παρ. 7 του ν. 3329/2005), ούτε άλλα μέλη του Διοικητικού του Συμβουλίου, δεδομένου ότι οι επιτροπές διατυπώνουν γνώμες, επί τη βάσει των οποίων εκδίδονται σχετικές αποφάσεις των Δ.Σ. των οικείων νοσοκομείων (βλ. άρθρα 19 έως 22 του π.δ. 394/1996), και σύμφωνα με την αρχή της αμεροληψίας των διοικητικών οργάνων, που αποτυπώνεται στο άρθρο 7 του ν. 2690/1999 «Κώδικας Διοικητικής Διαδικασίας» (ΦΕΚ Α΄ 45), μέλος γνωμοδοτικού συλλογικού οργάνου δεν επιτρέπεται να ορίζεται πρόσωπο που είναι, ταυτόχρονα, μέλος του οικείου αποφασιστικού συλλογικού οργάνου (βλ. ΕλΣ IV Τμ. πράξεις 21/2007, 57/2005, 182/2004, 170 και 157/2003, 16/2002, VI Tμήμα πράξεις 129 και 10/2007).