×
register
Συνδρομητική Υπηρεσία. Για να έχετε πλήρη πρόσβαση στο mydocman.gr πρέπει να συνδεθείτε: Είσοδος

2/68753/0022/2006

Τύπος: Έγγραφα

ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ: 3205/2003

Oι ειδικευόμενοι ιατροί γενικά δεν είναι δικαιούχοι της προσαύξησης των 30€, διότι δεν αναφέρονται ρητά από την διάταξη tτης παρ.4 του άρθρου 45 του Ν.3205/2003 σε αντίθεση με τους άλλους βαθμούς του Επιμελητή Γ, Β, Α', και του Διευθυντή που αναφέρονται ρητά


Ιστορικό Αναθεωρήσεων (Πιλοτική Εφαρμογή)

Σχετικά Έγγραφα

ΕΣ/Τμ1(ΚΠΕ)/106/2014

Μη νόμιμη η καταβολή της κατά ποσοστό 80% προσαύξησης αποδοχών σε καθηγητή ΤΕΙ, λόγω επιστημονικής άδειας στο εξωτερικό, καθόσον μη νομίμως συνυπολογίσθηκαν για τον καθορισμό της ανωτέρω προσαύξησης, η πάγια αποζημίωση για δημιουργία και ενημέρωση βιβλιοθήκης και για συμμετοχή σε συνέδρια, καθώς και το ερευνητικό επίδομα τεχνολογικής έρευνας (άρθρο 37 παρ. 8 του ν. 3205/2003).


ΝΣΚ/288/2013

Ειδικευμένοι ιατροί του ΕΣΥ – Εξέλιξή τους στον επόμενο βαθμό του Διευθυντή ή Επιμελητή Α΄ σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4 παρ. (ΣΤ) του Ν.3754/2009 –Αποδοχή ή μη διορισμού σε οργανική θέση μικρότερου βαθμού και διατήρηση ή μη του βαθμού εξέλιξης.(..)Κατάσταση : Αποδεκτή 
Oι ειδικευμένοι ιατροί του ΕΣΥ, οι οποίοι αξιολογήθηκαν για την εξέλιξή τους στον επόμενο βαθμό του Διευθυντή ή Επιμελητή Α΄ σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4 παρ. (ΣΤ) του Ν. 3754/2009, και στη συνέχεια αποδέχθηκαν το διορισμό τους σε οργανική θέση μικρότερου βαθμού σε άλλο νοσοκομείο, θέση την οποία είχαν διεκδικήσει υποβάλλοντας υποψηφιότητα σε σχετική προκήρυξη πριν την έναρξη ισχύος του νόμου Ν. 3754/2009 διατηρούν το βαθμό τους (εξέλιξης) με την υποβολή δήλωσης περί διατηρήσεως του βαθμού αυτού και δεν απαιτείται νέα αξιολόγηση για το βαθμό αυτό κατόπιν υποβολής σχετικής αίτησης. (ομοφ.)


ΕλΣυν.Τμ.1(ΚΠΕ)/66/2015

ΑΠΟΔΟΧΕΣ Γενικά:Μη νόμιμη η καταβολή από ΑΕΙ σε μέλη ΔΕΠ προσαυξημένων αποδοχών κατά ποσοστό 80% λόγω επιστημονικής άδειας που έλαβαν για το εξωτερικό, καθόσον: α) μη νομίμως συνυπολογίστηκαν στην προσαύξηση σε ποσοστό 80% των αποδοχών των ως άνω μελών ΔΕΠ, η πάγια αποζημίωση για δημιουργία και ενημέρωση βιβλιοθήκης και για συμμετοχή σε συνέδρια, καθώς και το ερευνητικό επίδομα για την εκτέλεση μεταδιδακτορικής έρευνας και την ταχύτερη και αποτελεσματικότερη προώθηση των ερευνητικών προγραμμάτων, διότι για όσο χρόνο διαρκεί νομίμως η εν λόγω άδεια, δικαιούνται το σύνολο των τακτικών αποδοχών τους, στις οποίες, όμως, δεν περιλαμβάνονται ούτε η αποζημίωση της περ. γ' ούτε το επίδομα της περ. δ' της παρ. 2 του άρθρου 36 του ν. 3205/2003 (ΦΕΚ Α' 297/2003) και β) μη νομίμως εγκρίθηκε με την από 20.12.2013 πράξη της Αντιπρύτανη η χορήγηση εκπαιδευτικής άδειας για το εξωτερικό σε μέλος ΔΕΠ αναδρομικώς από, ενώ, περαιτέρω, μη νομίμως υπολογίσθηκαν οι αποδοχές της τελευταίας κατά το συνολικό διάστημα από 1.10.2013 έως 14.2.2014 προσαυξημένες κατά ποσοστό 80%.


ΕΣ/ΤΜ.1/160/2012

Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά σε προηγούμενη νομική σκέψη (υπό ΙΙΙ), το Τμήμα κρίνει ότι η κατάταξη σε ανώτερο μισθολογικό κλιμάκιο και η καταβολή των αντίστοιχων διαφορών αποδοχών στους φερόμενους ως δικαιούχους δεν είναι νόμιμη. Και τούτο, διότι κατ’ αρχήν  η αναγνώριση της προϋπηρεσίας των 18 ή 24 μηνών που ελήφθη υπ’ όψη για τη μετατροπή των συμβάσεών τους από ορισμένου σε αορίστου χρόνου ενόσω υπηρετούσαν σε ν.π.ιδ.δ. του Ο.Τ.Α. δεν προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 16 του ν. 3491/2006 σε συνδυασμό με το άρθρο 11 του π.δ/τος 164/2004. Περαιτέρω, η αναγνώριση της προϋπηρεσίας θα μπορούσε κατ’ αρχήν να θεσπισθεί με όρο ΣΣΕ, αφού οι σχετικές διατάξεις του άρθρου 15 του ν. 3205/2003 που δεν προβλέπουν μία τέτοια αναγνώριση δεν αποτελούν διατάξεις αμφιμερώς αναγκαστικού δικαίου, όπως αβασίμως ισχυρίζεται καθ’ ερμηνεία του σχετικού λόγου διαφωνίας η Επίτροπος. Ωστόσο, οι φερόμενοι ως δικαιούχοι που εμπίπτουν στο υποκειμενικό πεδίο εφαρμογής της ΣΣΕ ΠΟΕ-ΟΤΑ έτους 2010, αφού φέρουν ιδιότητα μέλους  πρωτοβάθμιας συνδικαλιστικής οργάνωσης ανήκουσας στη δύναμη της εν λόγω Ομοσπονδίας, απορριπτομένου ως αβασίμου του σχετικού λόγου διαφωνίας της Επιτρόπου, δεν δικαιούνται την επίμαχη μισθολογική προαγωγή. Και τούτο, διότι το άρθρο 16 της εν λόγω ΣΣΕ  που συνιστά τη νομική βάση αναγνώρισης της ανωτέρω προϋπηρεσίας, ως εκ του χρόνου θεσπίσεώς του μετά την δημοσίευση του ν. 3833/2010, είναι ανίσχυρο βάσει του άρθρου 3 του τελευταίου αυτού νόμου, που απαγορεύει ρητώς την θέσπιση οποιασδήποτε αύξησης αποδοχών υπό οποιαδήποτε μορφή. Επομένως, οι εντελλόμενες με τα επίμαχα χρηματικά εντάλματα δαπάνες είναι μη νόμιμες όπως βασίμως αν και με άλλη αιτιολογία ισχυρίζεται η Επίτροπος στην έκθεση διαφωνίας της, αφού και η διάταξη του άρθρου 38 του ν. 3986/2011 που αυτή επικαλείται επιπλέον ως λόγο μη νομιμότητας της δαπάνης και η οποία αφορά στην αναστολή εφαρμογής των όρων μισθολογικής ωρίμανσης των εργαζομένων που καθορίζονται με κανόνες εκτός του ν. 3205/2003 (όπως π.χ. ΣΣΕ), άρχισε να ισχύει από 1.7.2011 και δεν καταλαμβάνει μισθολογικές προαγωγές ήδη συντελεσμένες, όπως εν προκειμένω που η απόφαση για την κατάταξη σε ανώτερο Μ.Κ. ελήφθη στις 21.2.2011, ενώ σε κάθε περίπτωση προϋποθέτει ισχυρό όρο ΣΣΕ και όχι όρο αδρανή λόγω της απαγόρευσης του άρθρου 3 του ν. 3833/2010. Περαιτέρω, αλυσιτελώς επικαλείται ο Δήμος με το έγγραφο επανυποβολής των χρηματικών ενταλμάτων την διάταξη του  άρθρου 50 του ν. 3979/2011 (ΦΕΚ Α΄ 138/16.6.2011) σύμφωνα με την οποία «Η προϋπηρεσία του προσωπικού ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου που μεταφέρεται στους ΟΤΑ α` βαθμού από Ν.Π.Ι.Δ. αυτών, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία, αναγνωρίζεται για τη βαθμολογική του εξέλιξη και την κατάταξη του σε βαθμούς, με τη διαδικασία που προβλέπουν οι διατάξεις του ν. 3801/2009 (Α΄ 163)». Τούτο δε, διότι από τη σχετική διάταξη και την αιτιολογική της έκθεση σαφώς προκύπτει ότι στο πεδίο εφαρμογής της εμπίπτει το μεταφερόμενο προσωπικό, κατ’ άρθρο 269 του Κώδικα Δήμων και Κοινοτήτων και 109 του ν. 3852/2010, προσωπικό για το οποίο υπάρχει ρητή πρόβλεψη αδιάλειπτης μισθολογικής εξέλιξης με αναγνώριση του συνόλου της προϋπηρεσίας στο ν.π.ιδ.δ. που υπηρετούσαν (βλ. άρθρο 269 παρ. 4 του Κ.Δ.Κ. και 109 παρ.2 του ν. 3852/2010). Συνεπώς, δεν τυγχάνει εφαρμογής στην περίπτωση του προσωπικού του άρθρου 16 του ν. 3491/2006 για το οποίο έχει ακολουθηθεί διαφορετική διαδικασία ένταξης στον Δήμο, σε κάθε δε περίπτωση δεν αφορά στη μισθολογική αλλά στη βαθμολογική εξέλιξη του προσωπικού. Τέλος, επίσης αλυσιτελώς επικαλείται ο Δήμος την 465/2008 Γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, σύμφωνα με την οποία η προσμετρηθείσα προϋπηρεσία των 18 ή 24 μηνών για τη μετατροπή των συμβάσεων ορισμένου σε αορίστου χρόνου, βάσει του άρθρου 11 του π.δ/τος 164/2011, παρόλο που διανύθηκε σε ν.π.ιδ.δ. αναγνωρίζεται κατά την τελευταία αυτή διάταξη ως προϋπηρεσία για τη μισθολογική εξέλιξη του εντασσόμενου στους Δήμους προσωπικού βάσει του άρθρου 16 του ν. 3491/2006. Και τούτο, προεχόντως διότι οι γνωμοδοτήσεις του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους δεν δεσμεύουν το Ελεγκτικό Συνέδριο κατά την άσκηση απ’ αυτό του συνταγματικά κατοχυρωμένου προληπτικού ελέγχου των δαπανών (βλ. Ελ. Συν. πρ. Ι Τμ. 228/2010).


ΕΣ/ΤΜ.1/261/2011

Αμοιβή για υπερωριακή απασχόληση..:Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα εκτέθηκαν στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, το Τμήμα κρίνει ότι η υπερωριακή απασχόληση των φερόμενων ως δικαιούχων, κατά το μήνα Μάρτιο 2011, δεν είναι νόμιμη, καθόσον από τις αποφάσεις του Δημάρχου ... δεν προκύπτει ότι οι καλυφθείσες με αυτήν ανάγκες ήταν εποχικές, επείγουσες ή έκτακτες, ενώ ειδικά για τους υπαλλήλους των υπηρεσιών που λειτουργούν σε 24ωρη βάση ή όλες τις ημέρες της εβδομάδας (υπηρεσίες καθαριότητας και δημοτικής αστυνομίας) δεν αναφέρονται σαφή και συγκεκριμένα στοιχεία που να δικαιολογούν την εκτέλεση των εν λόγω εργασιών πέραν του κανονικού ωραρίου, για την εύρυθμη λειτουργία των υπηρεσιών αυτών, όπως απαιτείται κατά το άρθρο 48 του Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων σε συνδυασμό με το άρθρο 16 του ν. 3205/2003. Άλλωστε, η όλως αόριστη αναφορά στο προοίμιο της 104/2011 απόφασης του Δημάρχου ... ότι για την καθιέρωση της υπερωριακής εργασίας ελήφθησαν υπόψη οι «υπηρεσιακές ανάγκες του Δήμου για εξαιρετικές ή έκτακτες περιπτώσεις ανά Διεύθυνση για το έτος 2011, καθώς και οι περιπτώσεις θεομηνιών (καύσωνες, πλημμύρες κ.λ.π.)» αλλά και η απλή επανάληψη της διατύπωσης του νόμου ότι καθιερώνεται «υπερωριακή εργασία για τις απογευματινές ώρες εντός του 2011, και για όλο το προσωπικό του Δήμου, για την αντιμετώπιση εποχιακών, έκτακτων και επειγουσών υπηρεσιακών αναγκών ….», χωρίς να εξειδικεύονται οι λόγοι που καθιστούν τις εν λόγω εργασίες επείγουσες και έκτακτες, δεν αρκεί για να καταστήσει ειδική και επαρκή την αιτιολογία της σχετικής διοικητικής πράξης, με την οποία μάλιστα καθιερώνεται γενική υπερωριακή απασχόληση για όλο το μόνιμο προσωπικό του Δήμου αδιακρίτως, χωρίς αναφορά στις συγκεκριμένες ειδικότητες των εργαζομένων που θα απασχοληθούν. Επίσης αναιτιολόγητη είναι και η 105/2011 απόφαση του Δημάρχου ..., για την καθιέρωση εργασίας κατά τις Κυριακές και εξαιρέσιμες ημέρες πέραν της υποχρεωτικής για το έτος 2011, η οποία δεν κάνει καμία αναφορά στις προς κάλυψη ανάγκες και στους λόγους που υπαγόρευσαν την καθιέρωσή της εργασίας πέραν του κανονικού ωραρίου. Ούτε όμως από τις εκ των υστέρων εκδοθείσες βεβαιώσεις υπερωριακής απασχόλησης, στις οποίες εξειδικεύονται οι εργασίες που εκτελέσθηκαν, προκύπτει η εποχική, η έκτακτη ή επείγουσα φύση τους, ενώ σε ό, τι αφορά το προσωπικό των υπηρεσιών με συνεχές ωράριο καθώς και αυτών που λειτουργούν όλες τις ημέρες της εβδομάδα, από τις σχετικές βεβαιώσεις δεν προκύπτει ότι η πρόσθετη κατά χρόνο εργασία ήταν απαραίτητη για την εύρυθμη λειτουργία των υπηρεσιών αυτών. Περαιτέρω, η αιτιολογία σχετικά με τη συνδρομή των νομίμων προϋποθέσεων για την καθιέρωση υπερωριακής απασχόλησης απαιτείται να περιλαμβάνεται στη εγκριτική αυτής απόφαση του αρμοδίου προς διορισμό οργάνου και δεν δύναται να αναπληρωθεί εκ των υστέρων με το έγγραφο επανυποβολής του επίμαχου χρηματικού εντάλματος προς θεώρηση, όπως επιχειρείται εν προκειμένω με το 14747/7.6.2011 έγγραφο του Δημάρχου .... Ανεξαρτήτως όμως αυτού, από το ανωτέρω έγγραφο δεν προκύπτει ότι τα ανατεθέντα στους φερομένους ως δικαιούχους καθήκοντα αφορούσαν στην κάλυψη εποχικών, επειγουσών ή εκτάκτων αναγκών, δυναμένων να δικαιολογήσουν την καθιέρωση υπερωριακής εργασίας ή ότι για το προσωπικό των υπηρεσιών καθαριότητας και δημοτικής αστυνομίας η καθιέρωσης εργασίας καθ’ υπέρβαση του κανονικού ωραρίου λειτουργίας ήταν απαραίτητη για την εύρυθμη λειτουργία των οικείων υπηρεσιών. Συγκεκριμένα, η απασχόληση προσωπικού των Διοικητικών και Οικονομικών Υπηρεσιών του Δήμου, κατά τις απογευματινές ώρες, σε θέματα απογραφής περιουσιακών και οικονομικών στοιχείων, σύνταξης νέου Οργανισμού Εσωτερικής Υπηρεσίας και προϋπολογισμού, συνένωσης νομικών προσώπων στο πλαίσιο εφαρμογής των διατάξεων του ν. 3852/2010 «Πρόγραμμα Καλλικράτης», δεν συνιστά εποχική απασχόληση ούτε προκύπτει ότι οι εργασίες αυτές ανεφύησαν επειγόντως ή εκτάκτως, ώστε να δικαιολογείται η εκτέλεσή τους κατ’ απόκλιση του κανονικού ωραρίου λειτουργίας των οικείων υπηρεσιών. Τα όσα δε αναφέρονται στο 14747/7.6.2011 έγγραφο επανυποβολής του επίμαχου χρηματικού εντάλματος, για την υποχρεωτική περάτωση των εργασιών αυτών εντός καταληκτικών ημερομηνιών, εκτός του δεν δύνανται να αναπληρώσουν εκ των υστέρων την ελλείπουσα αιτιολογία, κατά τα προδιαληφθέντα, είναι σε κάθε περίπτωση αόριστα, αφού ούτε αναφέρονται ούτε προσκομίζονται συγκεκριμένα αριθμητικά στοιχεία από τα οποία να στοιχειοθετείται ο εν λόγω ισχυρισμός και να δικαιολογείται η υπέρβαση του κανονικού ωραρίου για την αποτροπή του κινδύνου δυσλειτουργίας της υπηρεσίας. Περαιτέρω, η όλως αόριστη επίκληση ελλείψεων σε τακτικό προσωπικό, για την κάλυψη αναγκών κατά το μήνα Μάρτιο του 2011 (επικείμενες εορτές Πάσχα) δεν μπορεί να δικαιολογήσει την απασχόληση του προσωπικού των συνεργείων καθαριότητας, ηλεκτροφωτισμού, πρασίνου, νεκροταφείων και καθαρισμού κοινοχρήστων χώρων και πλατειών, καθ’ υπέρβαση του κανονικού ωραρίου εργασίας. Ειδικά δε, ως προς την λειτουργούσα σε ολοήμερη βάση υπηρεσία καθαριότητας δεν μνημονεύονται ούτε τα συγκεκριμένα αριθμητικά στοιχεία σχετικά με τη στελέχωση της υπηρεσίας ανά βάρδια εργασίας αλλά ούτε και οι συγκεκριμένες ανάγκες που έπρεπε απαραιτήτως να καλυφθούν για την διασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας της υπηρεσίας. Επίσης αόριστα αναφέρεται στο εν λόγω έγγραφο ότι ήταν επιβεβλημένη η εργασία των υπηρετούντων στην υπηρεσία ύδρευσης προκειμένου να αντιμετωπισθούν άμεσα βλάβες προκαλούμενες από την παλαιότητα του δικτύου ύδρευσης του Καλλικρατικού Δήμου ..., αφού δεν γίνεται αναφορά σε συγκεκριμένες ανάγκες που προέκυψαν εκτάκτως ή επειγόντως και δεν κατέστη δυνατό να αντιμετωπισθούν κατά το σύνηθες ωράριο εργασίας, ενώ οι ανάγκες αυτές, εν γένει, υφίστανται συνεχώς και παγίως και δεν φέρουν καθ’ εαυτές, χαρακτήρα εποχικό, έκτακτο ή επείγοντα. Τέλος, η γενική αναφορά στην φύση της δημοτικής αστυνομίας ως υπηρεσίας συνεχούς λειτουργίας δεν μπορεί από μόνη της να δικαιολογήσει την καθιέρωση υπερωριακής απασχόλησης, χωρίς ειδική αναφορά στις συνθήκες εκείνες που επέβαλαν την πρόσθετη κατά χρόνο εργασία των υπαλλήλων για την εύρυθμη λειτουργία της υπηρεσίας. Κατ’ ακολουθία αυτών, οι εντελλόμενες με τα επίμαχα χρηματικά εντάλματα πληρωμής δαπάνες είναι μη νόμιμες και, συνεπώς, τα εντάλματα αυτά δεν πρέπει να θεωρηθούν.


ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.1/178/2016

ΚΑΤΑΒΟΛΗ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗΣ ΓΙΑ ΠΡΟΣΘΕΤΕΣ ΕΦΗΜΕΡΙΕΣ:..Με δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη μείζονα σκέψης της παρούσας, η εντελλόμενη δαπάνη είναι μη κανονική, δεδομένου ότι η αξίωση των ιατρών, ειδικευόμενων ιατρών και επικουρικού ιατρού για την καταβολή των πρόσθετων εφημεριών τους μηνός Δεκεμβρίου 2013, κατά το χρόνο ανάρτησης στο πρόγραμμα «ΔΙΑΥΓΕΙΑ» των αποφάσεων περί ανάληψης της σχετικής δαπάνης και έκδοσης των οικείων χρηματικών ενταλμάτων πληρωμής, στις 11.2.2016, είχε υποπέσει στη διετή παραγραφή της διάταξης της παραγράφου 3 του άρθρου 48 του ν.δ. 496/1974, δοθέντος ότι η γενεσιουργός αιτία της δαπάνης είναι η παροχή της εργασίας (πρόσθετων εφημεριών) των ως άνω φερόμενων ως δικαιούχων των χρηματικών ενταλμάτων προς το ενδιαφερόμενο Νοσοκομείο. Περαιτέρω, οι σχετικές αποφάσεις ανάληψης υποχρέωσης, των οποίων η ισχύς εκκινεί από την ανάρτησή τους στο πρόγραμμα «ΔΙΑΥΓΕΙΑ», αναρτήθηκαν σε αυτό, κατά τα ανωτέρω, σε χρόνο μεταγενέστερο της πραγματοποίησης των κρίσιμων πρόσθετων εφημεριών. Το Κλιμάκιο, όμως, εκτιμώντας: α) ότι κατά τα διαλαμβανόμενα στο από 23.5.2016 έγγραφο επανυποβολής του Γενικού Νοσοκομείου ... ότι μέρος της δαπάνης για τις εφημερίες που καλυπτόταν από την αρχική απόφαση προέγκρισης του Υποδιοικητή της 3ης Υ.ΠΕ. ... δεν περιελήφθη, τελικώς, στην 156/5414/18.3.2014 απόφαση του Διοικητή αυτής, με την οποία εγκρίθηκε δαπάνη ύψους 14.716,20 ευρώ για την πληρωμή των κρίσιμων πρόσθετων εφημεριών, για το λόγο δε αυτό οι αρμόδιες υπηρεσίες του πρώτου υπέλαβαν ότι οι αξιώσεις των φερόμενων ως δικαιούχων υπάγονταν στη γενική πενταετή παραγραφή του άρθρου 48 παρ. 1 του ν.δ. 496/1974 για τις αξιώσεις από αδικοπραξία, β) τις περιλαμβανόμενες στα στοιχεία του φακέλου φέρουσες Α.Δ.Α., χωρίς αναγραφόμενη ημερομηνία ανάρτησης στον ιστότοπο «ΔΙΑΥΓΕΙΑ», από 11.12.2015 αποφάσεις του αναπληρωτή Διοικητή του ως άνω Νοσοκομείου, περί δέσμευσης πιστώσεων ύψους i. 151.954,13 ευρώ για την πληρωμή ισόποσης δαπάνης σε βάρος του Κ.Α.Ε. 0269 (ΑΔΑ: 977Ο469074-41Ρ), ii. 1.427,17 ευρώ για την πληρωμή ισόποσης δαπάνης σε βάρος του Κ.Α.Ε. 0551 (ΑΔΑ: 6ΥΒΖ469074-5ΨΣ) και iii. 30.097,43 ευρώ για την πληρωμή ισόποσης δαπάνης σε βάρος του ΚΑΕ 0552 (Α.Δ.Α.: Ρ9Β4469074-0ΘΥ), οικονομικού έτους 2015, του προϋπολογισμού εξόδων του φορέα, γ) ότι με το προσκομισθέν 1317/4.3.2016 έγγραφο του αναπληρωτή Διοικητή του Νοσοκομείου βεβαιώνεται η ύπαρξη πίστωσης και δαπάνης ανά ΚΑΕ και συνολικά, μεταξύ άλλων, για την εξόφληση πρόσθετων εφημεριών για το μήνα Δεκέμβριο του έτους 2013, που αφορά στα υπό κρίση 14 έως και 17 χρηματικά εντάλματα πληρωμής, η οποία εν τέλει δεσμεύθηκε από το ως άνω νομικό πρόσωπο και αναλήφθηκε η σχετική υποχρέωση, κρίνει ότι το Γενικό Νοσοκομείο ... δεν ενήργησε, στην προκειμένη περίπτωση, με πρόθεση καταστρατήγησης των οικείων διατάξεων, αλλά πεπλανημένως πλην συγγνωστώς υπέλαβε ότι η καταβολή των επίμαχων αποζημιώσεων για τις πρόσθετες εφημερίες που πραγματοποίησαν οι φερόμενοι ως δικαιούχοι στα ελεγχόμενα χρηματικά εντάλματα πληρωμής ιατροί, ειδικευόμενοι ιατροί και επικουρικός ιατρός κατά το μήνα Δεκέμβριο του έτους 2013 ήταν κανονική. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η εντελλόμενη με τα ελεγχόμενα χρηματικά εντάλματα δαπάνη είναι μη κανονική, πλην όμως, τα εντάλματα αυτά πρέπει να θεωρηθούν, λόγω συγγνωστής πλάνης.


ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.7/89/2019

Παροχή υπηρεσιών μηχανολόγου-μηχανικού..Με δεδομένα τα ανωτέρω μη νομίμως ο Σύνδεσμος προέβη στην ανάθεση σε εξωτερικό συνεργάτη, μηχανολόγο μηχανικό, της παροχής των προαναφερόμενων υπηρεσιών, καθόσον αυτές εμπίπτουν στα καθήκοντα του υπηρετούντος προσωπικού, ενόψει του ότι και οι 2 Θέσεις ΠΕ Μηχανολόγων Μηχανικών ή Πολιτικών Μηχανικών ή Μηχανικού Περιβάλλοντος, που προβλέπονται στον ΟΕΥ του είναι καλυμμένες. Εντούτοις, ενόψει του ιδιαίτερου φόρτου εργασίας των υπηρεσιών του κατά το τελευταίο χρονικό διάστημα, όπως αυτός αναλύεται στο έγγραφο επανυποβολής και αφορά στην ολοκλήρωση της δημοπράτησης της λειτουργίας του ΧΥΤΥ ...., στη δημοπράτηση του έργου αποκατάστασης του ΧΥΤΑ ... καθώς και σε μια σειρά από άλλα έργα που ρητά αναφέρονται, τα όργανα του Συνδέσμου δεν ενήργησαν με πρόθεση καταστρατήγησης των σχετικών διατάξεων αλλά με την πεποίθηση ότι μπορούσαν να προβούν στην ως άνω ανάθεση, λόγω των αυξημένων και πιεστικών απαιτήσεων του τελευταίου διαστήματος και της ανάγκης άμεσης υλοποίησης των ως άνω έργων του. Τέλος, η μη ανάλυση του προϋπολογισμού σε επιμέρους ποσότητες εργασιών με επιμέρους κοστολόγησή τους δεν καθιστά, στη συγκεκριμένη περίπτωση, αόριστο το συνολικό προσδιορισμό της σχετικής μηνιαίας δαπάνης στο ποσό των 1.242,90 ευρώ, ενόψει της φύσης των υπό ανάθεση υπηρεσιών, που αφορούν, γενικά, σε υπηρεσίες μηχανολόγου μηχανικού για την υποστήριξη της λειτουργίας της προαναφερόμενης Διεύθυνσης.Κατ’ ακολουθία, η εντελλόμενη δαπάνη είναι μη νόμιμη, αλλά το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα θα μπορούσε να θεωρηθεί λόγω συγγνωστής πλάνης εάν δεν είχε λήξει το οικονομικό έτος 2018, τις πιστώσεις του οποίου βαρύνει.


ΕΣ/ΚΠΕ.ΤΜ.1/169/2018

ΚΑΤΑΒΟΛΗ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗΣ ΓΙΑ ΥΠΕΡΩΡΙΑΚΗ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ:..Με τα δεδομένα αυτά και σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στις νομικές σκέψεις που προηγήθηκαν, κρίνεται ότι η πραγματοποίηση υπερωριακής απασχόλησης καθ’ υπέρβαση των ωρών του υποχρεωτικού ωραρίου από τους φερόμενους  ως δικαιούχους   υπαλλήλους, κατά τους μήνες Μάρτιο έως Ιούνιο του έτους 2017, δεν είναι νόμιμη, κατά τα βασίμως προβαλλόμενα από τον Αναπληρωτή Επίτροπο με τον πρώτο λόγο διαφωνίας.  Τούτο, καθόσον η 20909/906/7.2.2017 απόφαση του Περιφερειάρχη .., περί καθιέρωσης υπερωριακής απασχόλησης (με την οποία αναφέρονται γενικά και επιγραμματικά ως ανάγκες καθιέρωσης απασχόλησης υπερωριακής εργασίας οι συσσωρευμένες υπηρεσιακές υποχρεώσεις και εκκρεμότητες όλων των τμημάτων της Υπηρεσίας, λόγω έλλειψης του απαιτούμενου προσωπικού, καθώς και η πραγματοποίηση των κατά νόμο προβλεπόμενων ελέγχων στις σχολές οδηγών, ΚΕΘΕΥΟ και ΠΕΙ), δεν διαλαμβάνει την απαιτούμενη κατά τα προεκτεθέντα πλήρη και ειδική αιτιολογία με αναφορά σε συγκεκριμένα στοιχεία, από τα οποία να προκύπτει η συνδρομή ειδικών περιστάσεων (εκτάκτων, εποχικών ή όλως απρόβλεπτων υπηρεσιακών αναγκών) που απαιτούν άμεση και δραστική διευθέτηση και συνεπάγονται τη δημιουργία πρόσθετων κατά ποσότητα καθηκόντων για το προσωπικό, τα οποία δεν μπορούν να εκτελεστούν εντός του τακτικού ωραρίου εργασίας αυτού, με αποτέλεσμα να δικαιολογείται η ανάγκη υπερωριακής απασχόλησης του κατά το επίμαχο χρονικό διάστημα. Άλλωστε, η απαιτούμενη ειδική και πλήρης αιτιολογία, που ελλείπει από την ως άνω απόφαση, δεν μπορεί να αναπληρωθεί από την εκ των υστέρων παράθεση των καθηκόντων, που εκτέλεσαν οι φερόμενοι ως δικαιούχοι υπάλληλοι, στο ημερολόγιο υπερωριών, που αφορά τον καθένα τους, ενώ σε κάθε περίπτωση τα περισσότερα από τα καθήκοντα αυτά δεν αποτελούν εργασίες επειγουσών και έκτακτων υπηρεσιακών αναγκών, όπως προβάλλεται με το έγγραφο επανυποβολής του ελεγχόμενου χρηματικού εντάλματος, αλλά ανάγονται στα πάγια και συνήθη καθήκοντα των υπαλλήλων της Διεύθυνσής τους, τα οποία αυτοί οφείλουν να φέρουν σε πέρας εντός του κανονικού ωραρίου εργασίας τους, εκτελώντας τις σχετικές εργασίες με τον απαιτούμενο εκ των προτέρων προγραμματισμό για την εξυπηρέτηση της υπηρεσίας, σύμφωνα με τα οριζόμενα στον Οργανισμό της Περιφέρειας .. (σκέψη IV). (...)Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η εντελλόμενη δαπάνη είναι μη νόμιμη σύμφωνα με το πρώτο λόγο διαφωνίας, όμως το ελεγχόμενο χρηματικό ένταλμα πληρωμής μπορεί να θεωρηθεί λόγω συγγνωστής πλάνης. 


ΑΕΠΠ/1023/2018

Προμήθεια..Επειδή, εκ των ως άνω προκύπτει ότι όπως ορθώς έκρινε η αναθέτουσα κατά την πρώτη βάση αποκλεισμού του, η προσφορά του προσφεύγοντος παραβίασε εξαρχής το άρ. 2 παρ. 3 της διακήρυξης που καθιέρωνε την κατοχή τέτοιας ψηφιακής υπογραφής ως υποχρεωτικό προαπαιτούμενο για την παραδεκτή υποβολή προσφοράς και δη από κάθε οικονομικό φορέα, άρα και τον τρίτο, όρο που ουδόλως αμφισβήτησε ο προσφεύγων κατά την υποβολή της προσφοράς του, καίτοι συνομολογεί, αλλά και προκύπτει από την ως άνω δήλωση του εκπροσώπου του τρίτου οικονομικού φορέα, ότι ο τελευταίος δεν κατείχε ψηφιακή υπογραφή. Και η παράβαση αυτή συνιστά απαράδεκτη τόσο την κατά την προηγούμενη σκέψη δήλωση του τρίτου οικονομικού φορέα ως και το ΤΕΥΔ του, αφού αμφότερα δεν υπογράφηκαν ψηφιακά από αυτόν, αλλά από τον εκπρόσωπο του ίδιου του προσφέροντος και προσφεύγοντος. Περαιτέρω, όλως αλυσιτελώς επικαλείται ο προσφεύγων τη διάταξη του άρ. 79Α Ν. 4412/2016 διότι ουδόλως ο ... κατέστη καθ’ οιονδήποτε τρόπο και συνεπεία όλων όσων προαναφέρθηκαν στην παρούσα σκέψη, νόμιμος εκπρόσωπος του τρίτου οικονομικού φορέα ούτε αρμοδίως εξουσιοδοτημένο φυσικό πρόσωπο για να εκπροσωπεί τον τρίτο οικονομικό φορέα για διαδικασίες σύναψης συμβάσεων γενικά ή ειδικά. Σημειωτέον δε, ότι η ως άνω διάταξη, τυγχάνει επίκλησης από τον προσφεύγοντα για τον σκοπό απόδειξης ότι δύνατο ο δικός του εκπρόσωπος να υπογράψει το ΕΕΕΣ του τρίτου, ενώ η διάταξη ρητά αναφέρεται γενικώς σε «οικονομικούς φορείς» και ως εκ τούτου ο προσφεύγων αναιρεί τον ίδιο τον προηγούμενο ισχυρισμό του, περί του ότι οι περί οικονομικού φορέα προβλέψεις δεν αφορούν τον τρίτο οικονομικό φορέα. Επιπλέον, όπως προκύπτει από το σύνολο των ως άνω σκέψεων, είναι όλως αδιάφορο ότι το υπογραφέν από τον ίδιο τον εκπρόσωπο του προσφεύγοντος ψηφιακά, ΤΕΥΔ του τρίτου, φέρεται πως υπεγράφη άνευ οιασδήποτε βεβαίωσης γνησιότητας και ημεροχρονολογίας και πάντως χειρόγραφα, από τον εκπρόσωπο του τρίτου οικονομικού φορέα, ενώ αντιθέτως η διακήρυξη απαιτούσε αποκλειστικά ψηφιακή υπογραφή του νομίμου εκπροσώπου του τρίτου οικονομικού φορέα ή του αρμοδίως εξουσιοτημένου προς εκπροσώπησή του στη συγκεκριμένη ή όλες τις διαδικασίες σύναψης συμβάσεων προσώπου. Όμως, κατά τα ανωτέρω και σε αντίθεση με όσα επικαλείται ο προσφεύγων, ουδόλως παρεσχέθη τέτοια νόμιμη εξουσιοδότηση προς εκπροσώπηση της ομορρύθμου εταιρίας/τρίτου οικονομικού φορέα ως προς τη συγκεκριμένη διαδικασία σύναψης σύμβασης. Ως εκ τούτου, αμφότεροι οι λόγοι της προσφυγής είναι απορριπτέοι, ενώ έστω και μία εκ των εξ αυτών προσβαλλόμένων βάσεων αποκλεισμού του προσφεύγοντος και μόνη της επαρκούσε ούτως ή άλλως για την απόρριψη της προσφοράς του.


ΑΕΠΠ/3/2021

Κατασκευή έργου...Επειδή, σε αντίθεση με τα ως άνω γενόμενα δεκτά, η αναθέτουσα αρχή, δεν απέδειξε πέραν πάσης αμφιβολίας ότι ο επίμαχος όρος είναι απολύτως ανάλογος και συνδεδεμένος με το αντικείμενο των προκηρυσσόμενων υπηρεσιών, δεδομένου ότι όπως ισχυρίζεται η προσφεύγουσα, πράγματι, υπάρχουν και σε αλλοδαπές χώρες, εκκλησιαστικά κτίρια ή σύνολα, τα οποία εμπίπτουν στην έννοια των προστατευόμενων μνημείων, ωστόσο δεν τυγχάνει εφαρμογής για αυτά ο Ν. 3028/2002 είτε γιατί πρόκειται για μνημεία που δεν βρίσκονται εντός της ελληνικής επικράτειας είτε γιατί πρόκειται για πολιτιστικά αγαθά που, ακόμα και αν βρίσκονται στην αλλοδαπή, δεν συνδέονται με την Ελλάδα, κατά την έννοια του ανωτέρω νόμου, όπως επικαλείται τις ίδιες τις διατάξεις αυτού και η αναθέτουσα αρχή. Ωστόσο, η βασιμότητα των ως άνω ισχυρισμών της αναθέτουσας αρχής, δεν τεκμηριώθηκε επαρκώς, καθώς, όσα αναφέρονται στις απόψεις της, δεν καταρρίπτουν άνευ άλλου τινός τους ισχυρισμούς της προσφεύγουσας. Ειδικότερα, παρά το γεγονός ότι γίνεται αντιληπτή η αναγκαία απόδειξη προηγούμενης εμπειρίας σε παρόμοιες εργασίες σε προστατευόμενα εκκλησιαστικά μνημεία, δεν απεδείχθη πέραν πάσης αμφιβολίας και εντός των πλαισίων της αναλογικότητας, όπως αναπτύχθηκε στην αμέσως προηγούμενη σκέψη, για ποιο λόγο, απολείεται η απόκτηση εμπειρίας εκ μέρους του οικονομικού φορέα, σε συναφές αντικείμενο, ακόμα και αν πρόκειται για προστατευόμενα εκκλησιαστικά μνημεία που δεν εμπίπτουν στην έννοια του Ν. 3028/2002, μέσω των διατάξεων του οποίου, ρητά απαιτείται κατ’ αποκλειστικότητα να προσδιορίζεται η αναγκαία εμπειρία, ως μέρος της τεχνικής και επαγγελματικής επάρκειας του υποψήφιου οικονομικού φορέα. Σε κάθε περίπτωση, η αναθέτουσα αρχή δεν απέδειξε άνευ άλλου τινός την αναγκαιότητα θέσπισης ενός τόσο περιοριστικού του ανταγωνισμού όρου ούτε δικαιολόγησε την αναγκαιότητα θέσπισής του από επιτακτικούς λόγους δημοσίου συμφέροντος, ειδικά υπό το πρίσμα διεξαγωγής ενός διεθνούς διαγωνισμού που απευθύντεται και σε οικονομικούς φορείς, με ανάλογη εμπειρία, όπως αυτή που τεκμηριώνεται μέσω της εκτέλεσης έργων επί μνημείων του Ν. 3028/2002, έστω και αν τα εν λόγω έργα, για τους λόγους που εκτέθηκαν αμέσως παραπάνω, δεν εντάσσονται στο ρυθμιστικό πλαίσιο  του εν λόγω νόμου. Κατά συνέπεια, ενόψει των ανωτέρω εκτεθέτνων, ο έκτος λόγος προσφυγής πρέπει να γίνει δεκτός ως νόμω και ουσία βάσιμος, ενώ κρίνονται απορριπτέοι οι περί του αντιθέτου προβαλλόμενοι ισχυρισμοί της αναθέτουσας αρχής.